ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ
Ηταν στις αρχές του 2000 όταν προέκυψε η ιδέα της καταγραφής του ολοκαυτώματος του Χορτιάτη μέσα απο τις αφηγήσεις των επιζώντων. Αυτό συνέβη με αφορμή ενός τηλεοπτικού ντοκυμαντέρ για την περίοδο της Γερμανικής κατοχής στη Θεσσαλονίκη που είχαμε αναλλάβει μια ομάδα κινηματογραφιστών και από όπου φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει το έγκλημα που συντελέστηκε στο Χορτιάτη, το Σεπτέμβριο του 1944, από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους. Η σχετική έρευνα που προηγήθηκε όμως, μας απέδειξε ότι μια μικρή αναφορά για το γεγονός ήταν βεβαίως απαραίτητη αλλα ταυτόχρονα κάτι πολυ λίγο μπροστά σ΄αυτό που ειχε συμβεί και ότι εδώ είχαμε μια συγκλονιστική ιστορία που άξιζε πολύ περισσότερης προσοχής. Ετσι, είπαμε να το αφήσουμε προς το παρόν και να επανέλθουμε κάποια στιγμή, στο μέλλον, με την προοπτική να γίνει κάτι πιο ολοκληρωμένο. Μια ταινία ντοκυμαντέρ που θα αφορά την ιστορία αυτού του στυγερού εγκλήματος που συντελέστηκε στο Χορτιάτη.
το κείμενο είναι του κ. οικονόμου θαναση.
Ο αξιότιμος καθηγητής, προκειμένου να υποστηρίξει την άποψη του ότι η καταστροφή του Χορτιάτη ήταν αντίποινα για την ενέδρα στην τοποθεσία Καμάρες, και όχι προαποφασισμένο έγκλημα των κατακτητών, αμφισβητεί δύο αδιαμφισβήτητα γεγονότα.
Το πρώτο, είναι η σημασία και η προσφορά του Χορτιάτη στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα ’41 - ’44.
Το δεύτερο, είναι το ημερολόγιο του μοναδικού επιζώντα, σήμερα, μάρτυρα και πρωταγωνιστή στη συμπλοκή στην τοποθεσία Καμάρες, Γ. Φαρσακίδη.
Το ημερολόγιο που γράφτηκε μεταξύ 2 με 4 Σεπτέμβρη του 1944 είναι η μοναδική γραπτή μαρτυρία των γεγονότων και οπωσδήποτε η βασική ιστορική πηγή.
Απαντώντας λοιπόν στην πρώτη αμφισβήτηση, παραμερίζοντας τις αναφορές των ΕΑΜικών οργανώσεων και την κοινή συνείδηση των αγωνιστών της Θεσσαλονίκης περί Χορτιάτη, αναφέρουμε τα εξής:
Ο Χορτιάτης, στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης, ήταν για τη Θεσσαλονίκη ότι ήταν για την Αθήνα η Πάρνηθα. Ήταν ο πρώτος σταθμός εξόδου για ό,τι έβγαινε από τη Θεσσαλονίκη με προορισμό το αντάρτικο και ο τελευταίος σταθμός εισόδου για ό,τι προοριζόταν για τη Θεσσαλονίκη από το αντάρτικο. Υπήρχαν βέβαια και άλλα κανάλια επικοινωνιών, αλλά χρησιμοποιούνταν λιγότερο και σε εξαιρετικές περιπτώσεις, π.χ. Μπαξέ τσιφλίκι - Παραλία Αιγίνιου - Πιέρια όρη.
Προκειμένου να υποβαθμίσει τη συμβολή του Χορτιάτη στην Εθνική Αντίσταση, αναφέρει ορισμένα γεγονότα.
Α) Γράφει: «Για να μην καταστεί βάση αντίστασης και εφοδιασμού των ανταρτών ο Χορτιάτης, εγκαταστάθηκαν τους εαρινούς και θερινούς μήνες 1943 - 44 Γερμανικά στρατιωτικά τμήματα». Ε, και; Τον πληροφόρησε κάποιος, ότι σταματούσε σε τέτοιες περιπτώσεις η δράση του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ, της ΕΤΑ; Ότι νεκρωνόταν οι γιάφκες ; Ότι άδειαζαν οι κρυφές αποθήκες εφοδιασμού; Ότι σταματούσαν οι μετακινήσεις από και προς τη Θεσσαλονίκη; Αντίθετα, η δράση όλων αυτών αυξανόταν από μέρα σε μέρα, ανεξάρτητα της παρουσίας των κατακτητών.
Την περίοδο της Κατοχής, η παρουσία Γερμανικού στρατού και δωσίλογων σε οποιαδήποτε πόλη ή χωριό της Ελλάδας, δεν σταματούσε τη λειτουργία των αντιστασιακών οργανώσεων. Ειδικότερα, αναφέρω ότι τον Αύγουστο του 1944 το ΕΑΜ, μέσα στη Θεσσαλονίκη, δρούσε πυρετωδώς όπως και όλες οι οργανώσεις του (ΕΠΟΝ, ΕΑ, ΕΤΑ κλπ), είχε πολλές χιλιάδες οργανωμένους και ο εφεδρικός ΕΛΑΣ αριθμούσε 10 Τάγματα, με 2.500 μαχητές (βλ. Γ.Π. Παπαθανασίου: «Απομνημονεύματα»). Αλλά και ο κ. Καθηγητής, στο βιβλίο του: «Ναζιστική τρομοκρατία στην Ελλάδα», αναφέρει για δράση αντιστασιακών τόσο στο Ασβεστοχώρι, που υπήρχε μόνιμα εγκαταστημένος Γερμανικός Στρατός, όσο και στη Ν. Απολλωνία, έδρα του Σούμπερτ, όσο και σε άλλα χωριά που υπήρχε παρουσία Γ ερμανών.
Στο βιβλίο του Γ. Γκουραμάνη, που είναι υπόψη του κ. Καθηγητή, αναφέρεται οργάνωση περίθαλψης και φυγάδευσης εκατοντάδων συμμάχων στρατιωτικών στη Μέση Ανατολή. Η οργάνωση αυτή παρασημοφορήθηκε και από την Ελληνική κυβέρνηση και από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου. Άλλωστε ο Χορτιάτης ήταν από τις μεγαλύτερες πύλες εξόδου προς τη Μέση Ανατολή.
Β) Γράφει: «Στην επιχείρηση του ΕΛΑΣ εναντίον του Σανατορίου, στις 12-13 Ιουλίου 1944 ο Χορτιάτης δε φαίνεται να έχει ανάμειξη».
Στις πάσης φύσεως επιχειρήσεις όμως δεν έμπαιναν ταμπέλες που να λένε είμαστε ο Χορτιάτης, είμαστε το Λιβάδι και ούτω καθ’ εξής. Αγνοεί εδώ, ότι το 2° Τάγμα του 31ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ ονομαζόταν και «Τάγμα Χορτιάτη», γιατί σε μεγάλο ποσοστό οι μαχητές του ήταν Χορτιατινοί, και αυτό συμμετείχε στην επιχείρηση. Όμως περιέργως, ο ίδιος ο κ. Καθηγητής, στο 20° τεύχος του περιοδικού «Θεσσαλονικέων πόλις» του Σεπτεμβρίου του 2006, διαψεύδοντας πρωθύστερα τον εαυτό του, γράφει: «Τη νύχτα της 12ης Ιουλίου μια ομάδα ανταρτών κατέβηκε στο Ασβεστοχώρι από τα λημέρια της στο Χορτιάτη...»
Γ) Γράφει: «Το τηλεγράφημα των Γερμανικών αρχών της 22ας Ιουλίου 1944, ότι: «στην περιοχή Ασβεστοχωρίου - Χορτιάτη προέκυψε ότι εκεί σταθμεύουν δυνάμεις των συμμοριών οι οποίες (...) προχώρησαν στη δημιουργία οχυρών θέσεων», είναι προβληματικό και παραπλανητικό, όσον αφορά το Χορτιάτη».
Πρέπει να γνωρίζει ο κ. Καθηγητής ότι οι κατακτητές παρέλαβαν από το Υπουργείο Ασφαλείας και χρησιμοποιούσαν τον καταχθόνιο καταδοτικό μηχανισμό του Μανιαδάκη και ήταν σε θέση να γνωρίζουν καλά τι συνέβαινε σε κάθε πόλη και χωριό της Ελλάδας - και αυτό παρά το σοβαρό ξεπάτωμα του από τις δυνάμεις της αντίστασης. Η σύλληψη, άλλωστε, ομήρων από το Χορτιάτη συγγενών στελεχών της Αντίστασης επιβεβαιώνει το γεγονός αυτό.
Τέλος, τέτοιου είδους κριτική στις Γερμανικές Στρατιωτικές Υπηρεσίες ξεπερνά τα όρια της σοβαρότητας...
Δ) Στις στρατιωτικής φύσεως αναλύσεις και συμπεράσματα του κ. Καθηγητή για:
- Τον έλεγχο και την άμυνα της περιοχής Λιβαδιού - Πετροκέρασων από τον ΕΛΑΣ
- Την οριοθετική γραμμή Πανοράματος - Σέδες - Ασβεστοχωρίου, που εφαπτόταν του Χορτιάτη και τον καθιστούσε ευάλωτο, και
- Τη ριψοκίνδυνης φύσεως απόφαση του ΕΛΑΣ Χαλκιδικής να προωθήσει το 2° Λόχο έξω από το Χορτιάτη,
(όλα αυτά δε για να υποβαθμίσει την προσφορά του Χορτιάτη, γράφοντας ότι μέχρι τον Αύγουστο του 1944 δεν αναφερόταν ο Χορτιάτης, έστω για λίγο χρόνο ως σταθμός ανταρτών) η απάντηση είναι η εξής:
Πρώτο. Όλη η περιοχή Χαλκιδικής ήταν ακατάλληλη για δράση ανταρτικών τμημάτων, το έδαφος της ήταν βατό, όπως έλεγαν αξιωματικοί του ΕΛΑΣ Δυτ. Μακεδονίας και οι Γερμανοί εύκολα το «χτένιζαν». Η δράση του ΕΛΑΣ στην περιοχή ήταν ένας άθλος τόλμης και πατριωτισμού, αλλά προπαντός επίτευγμα του μεγάλου αριθμού ΕΑΜικών οργανώσεων, που τον τροφοδοτούσαν, τον πληροφορούσαν και τον επάνδρωναν με μαχητές.
Δεύτερο. Η περιφρούρηση των μηχανισμών και των τοπικών ή περιφερειακών ερεισμάτων της Αντίστασης ήταν βασικό καθήκον των ΕΑΜικών οργανώσεων. Ο Χορτιάτης ήταν περιφερειακό έρεισμα και, σαν κόμβος μεταφορών, επικοινωνιών και πληροφοριών, δεν έπρεπε να τραβά την προσοχή των κατακτητών. Ο πόλεμος όμως των πληροφοριών είχε και για την Αντίσταση απώλειες.
Τρίτο. Βασικό κριτήριο για τη συμβολή ενός τόπου στον Εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο είναι: α) Η μαζική του προσφορά σε όλες τις μορφές του (στρατιωτική - πολιτική - οικονομική) και β) η γεωγραφική του θέση, που εκ των πραγμάτων τον καθιστά αναγκαίο εργαλείο.
Ο Χορτιάτης, κατά κοινή ομολογία, είχε πρωτοποριακό και ηγετικό ρόλο στην περιοχή.
Ε) Γράφει: «Για τη διαφύλαξη της ανατολικής ζώνης ασφαλείας της Θεσσαλονίκης, οι Γερμανικές αρχές χρησιμοποίησαν το διαβόητο Φριτς Σούμπερτ.
-Ο Σούμπερτ προσπάθησε να εμποδίσει τις μετακινήσεις και τον εφοδιασμό του ΕΛΑΣ από την βορειοανατολική Χαλκιδική προς την περιοχή Λιβαδιού.
-Ο ΕΛΑΣ απέτυχε να εκδιώξει ή να φονεύσει τον Σούμπερτ.
-Κατά την εικοσαήμερη παρουσία του Σούμπερτ στο Ασβεστοχώρι, αυτός δε βρήκε λόγο ή αφορμή να τρομοκρατήσει το Χορτιάτη».
Εδώ απαντάμε στον κ. Καθηγητή, ότι τα Τάγματα Ασφαλείας, όπως και ο Σούμπερτ, ήταν αποκλειστικά όργανα τρομοκρατίας του άμαχου πληθυσμού. Ο Σούμπερτ στα εγκλήματα του συνοδευόταν ΠΑΝΤΟΤΕ από Γερμανούς ή Βούλγαρους σε προαποφασισμένους από τους Γερμανούς στόχους και ο ίδιος, εφάρμοζε τους τρόπους δολοφονίας που του είχαν υπαγορεύσει οι ίδιοι. Οι ίδιες εγκληματικές μέθοδοι εφαρμοζόταν σε όλα τα μήκη και πλάτη της κατεχόμενης Ευρώπης. Ούτε οι Βούλγαροι, ούτε πολύ περισσότερο ο Σούμπερτ, μπορούσαν να πάρουν τέτοιες αποφάσεις.
Οι Βούλγαροι στη Κεντρική Μακεδονία, τους τελευταίους μήνες της κατοχής, είχαν τον πρώτο λόγο στις επιχειρήσεις εναντίον του ΕΛΑΣ. Όμως, ενώ είχαν αρκετές απώλειες από ενέδρες και αιφνιδιασμούς, δεν έκαναν αντίποινα σε κανένα χωριό, κοντά στο οποίο στήθηκαν οι ενέδρες.
Ο Χορτιάτης ήταν στο στόχαστρο των Γερμανών. Τη σειρά του θα την καθόριζαν οι ίδιοι.
Η αναφορά ότι ο Σούμπερτ επιδίωκε να αποκόψει την επικοινωνία μεταξύ βορειοανατολικής Χαλκιδικής και Λιβαδιού, αλλά απέτυχε, ανάγεται στα όρια της φαντασίας. Αυτό το ανέλαβε το Βουλγαρικό Σύνταγμα, χωρίς την παραμικρή επιτυχία.
Όσο δε για το φόνο ή την εκδίωξη του, ο στόχος της Αντίστασης ήταν ο Γερμανικός και ο Βουλγαρικός στρατός και όχι οι 80 εγκληματίες, που βρισκόταν πάντοτε υπό Γερμανική προστασία.
Η δεύτερη αμφισβήτησητου κυρίού καθηγητή μιλά για μια προσωπική αφήγηση του Γ. Φαρσακίδη, που έρχεται σε πλήρη σύγκρουση με τις υπάρχουσες γραπτές και προφορικές μαρτυρίες.
Στην αμφισβήτηση αυτή έχουμε να πούμε τα εξής:
Πρώτον: α) Ο Γ. Φαρσακίδης είναι ένας από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων της 2 Σεπτέμβρη 1944 στο Χορτιάτη και ο μοναδικός επιζών σήμερα.
β) Δεν πρόκειται περί αφήγησης, αλλά περί γραπτού κειμένου (ημερολόγιο) το οποίο ο καθηγητής αγνοεί ή προσποιείται πως αγνοεί.
γ) Το ημερολόγιο γράφτηκε μεταξύ 2-4 Σεπτέμβρη 1944 και για κάθε ερευνητή πρέπει να αποτελεί κύρια πηγή ενημέρωσης για όσα διαδραματίσθηκαν στην περιοχή «Καμάρες» στο Χορτιάτη.
Λεύτερο: Ιδιόχειρες γραπτές μαρτυρίες υπάρχουν μόνο δύο. Η μία του Γ. Φαρσακίδη και η άλλη του καπετάν Χορτιάτη. Ο ένας πρωταγωνιστής των γεγονότων και ο άλλος παρών μέσα στο χωριό για κάποιο χρονικό διάστημα.
Όσον αφορά τις προφορικές μαρτυρίες, αυτές διακρίνονται σε όσες δόθηκαν τις αμέσως επόμενες ημέρες των γεγονότων και σε όσες δόθηκαν μετά από 30 - 65 χρόνια.
Στην πρώτη κατηγορία είναι αυτές του Σ. Πανίλα και Γ. Ρωμούδη, που δόθηκαν στο Διεθνή Ερυθρό Σταυρό και στην Α.Δ.Χ. Κεντρικής Μακεδονίας.
Στη δεύτερη κατηγορία υπάρχουν δεκάδες μαρτυρίες πολιτών. Θα αναφέρουμε όμως μόνο αυτές που έχει υπόψη του ο κ. Καθηγητής και οι οποίες είναι των: Αν. Τρώντσιου, Βλαχούλη, Β. Ρικούδη, Γ. Μήττα, Γ. Γκουραμάνη, Κ. Πασχαλούδη.
Τρίτο: Τα βασικά ερωτήματα που υπάρχουν προκειμένου να εξάγουμε βάσιμα συμπεράσματα είναι τα εξής:
1° Τι ώρα έφθασε το πρώτο αυτοκίνητο και πόσα άτομα ήταν μέσα.
2° Τι ώρα έφθασε το δεύτερο αυτοκίνητο, πόσοι και ποιοι ήταν μέσα.
3° Πόση ώρα μετά την ενέδρα έκαναν για να φθάσουν τα Γερμανικά αυτοκίνητα και περίπου ποιά ώρα.
Στο πρώτο ερώτημα, όλοι, πλην του Σ. Πανίλα, μιλούν για δυό άτομα μέσα στο αυτοκίνητο (Ελληνες). Για την ώρα άφιξης, οι αποδεδειγμένα παρόντες Γ. Φαρσακίδης και καπετάν Χορτιάτης[1], στα γραπτά τους αναφέρουν για ώρα ΙΟπμ. Οι μάρτυρες στον Δ.Ε.Σ. και στην Α.Δ.Χ. Πανίλας και Ρωμούδης, τις επόμενες μέρες μιλούν για ώρα 9 πμ. Ο Γ. Μήττας για ώρα 9 πμ (σε κατάθεση μετά από 32 χρόνια).
Στο δεύτερο ερώτημα, οι απαντήσεις, όσον αφορά τα άτομα, ποικίλλουν. Ο Γ. Φαρσακίδης στα γραπτά μιλά για ένα τραυματία και δύο διαφυγόντες Γερμανούς. Ο καπετάν Χορτιάτης, στο γραπτό του δεν αναφέρει τίποτε, γιατί είχε αναχωρήσει. Ο Σ. Πανίλας μιλά για έναν τραυματία Γ ερμανό, δύο διαφυγόντες Γ ερμανούς και ένα Έλληνα συλληφθέντα. Ο Γ. Μήττας για ένα συλληφθέντα Γερμανό κι ένα διαφυγόντα. Ο Γ. Τρώντσιος για ένα νεκρό Γερμανό, ένα τραυματία, δύο διαφυγόντες και δύο Έλληνες συλληφθέντες (συνέντευξη το 1976, Εφ. «Ελληνικός Βορράς»). Ο Β. Ρικούδης μιλά για έναν τραυματία, έναν παραδοθέντα Γερμανό και δυό διαφυγόντες Γερμανούς[2] .
Για την ώρα άφιξης του δευτέρου αυτοκινήτου, τα γραπτά του Γ. Φαρσακίδη και καπετάν Χορτιάτη αναφέρουν τις 12.00. Οι καταθέσεις του Σ. Πανίλα και Γ. Ρωμούδη για 9.30 πμ. και ο Γ. Μήττας επίσης αναφέρει για 9.30 πμ.
Στο τρίτο ερώτημα, θα έλεγα πως υπάρχει ομοφωνία. Δεδομένης της παραδοχής ότι τα Γερμανικά αυτοκίνητα κατέφθασαν μεταξύ της 1-2 μμ. Τα γραπτά των Γ. Φαρσακίδη και καπετάν Χορτιάτη, αναφέροντας ότι το δεύτερο αυτοκίνητο χτυπήθηκε γύρω στις 12.00, δέχονται υποχρεωτικά ότι οι Γερμανοί κατέφθασαν μετά από 1.5 με 2.0 ώρες. Ο Σ. Πανίλας καταθέτει ότι κατέφθασαν μετά 1,5 ώρα. Ο Γ. Μήττας, ότι κατέφθασαν μετά από μισή ώρα («γύρω στις 12.00 με 1.00 μμ»)
Η απάντηση στο τρίτο ερώτημα είναι μια και μοναδική. Οι Γερμανοί κατέφθασαν 1 με 2 ώρες μετά το χτύπημα του δεύτερου αυτοκινήτου.
Με όσα αναφέρονται μέχρι τώρα δεν προκύπτει καμιά «πλήρης σύγκρουση με τις υπάρχουσες γραπτές και προφορικές μαρτυρίες» του Γ. Φαρσακίδη. Αντίθετα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, οι περισσότερες μαρτυρίες συμφωνούν ή προσεγγίζουν το γραπτό κείμενο του. Αλλά, καλώς ή κακώς, το τεκμήριο της ιστορικής αλήθειας ανήκει στο Γ. Φαρσακίδη.
Πριν προχωρήσουμε στο δια ταύτα, πρέπει να πούμε ότι δεν υπάρχει λόγος να προβούμε σε αντιπαραθέσεις (εκτός αν υποχρεωθούμε) καταρρίπτοντας με στοιχειά μαρτυρίες ανεδαφικές ή φανταστικές και να ξεφύγουμε από το κυρίως θέμα που είναι το προαποφασισμένο ολοκαύτωμα του Χορτιάτη.
Δεν θα επικαλεστώ τις διάφορες ειδήσεις, άσχετες πολλές φορές μεταξύ τους, που σιγά - σιγά όμως σχημάτιζαν ένα παζλ, το οποίο προμηνούσε ότι σίγουρα κάτι θα συμβεί στο Χορτιάτη. Θα περιορισθώ στην ομόφωνη μαρτυρία ότι τα Γερμανικά τμήματα κατέφθασαν 1-2 ώρες μετά την προσβολή του δευτέρου αυτοκινήτου.
Το Γερμανικό αυτοκίνητο έπεσε στην ενέδρα γύρω στις 12 η ώρα. Από το αυτοκίνητο διέφυγαν δύο Γερμανοί, πιθανόν ελαφρά τραυματίες πιθανόν όχι. Οι κυνηγημένοι Γερμανοί ή λούφαξαν κάπου μέχρι να νοιώσουν ασφαλείς και μετά να ξεκινήσουν για τη βάση τους, ή μέσω μονοπατιών προσπέλασης να επέλεξαν να πάνε αργά, αλλά σίγουρα, στη βάση τους. Και οι δύο εκδοχές αυτές έχουν βάση, γιατί στο ορατό πεδίο του δρόμου προς το Ασβεστοχώρι δεν έγιναν αντιληπτοί από τους αντάρτες που ήταν στη θέση «Καμάρες».
Η απόσταση Χορτιάτη - Ασβεστοχώρι είναι 8 χιλιόμετρα. Ένας πεζοπόρος χρειάζεται 1,5 ώρα για να τη διανύσει. Αν οι φυγάδες βάδιζαν με βηματισμό πεζοπόρου, όταν θα έφθαναν κοντά στο Ασβεστοχώρι θα συναντούσαν τη στρατιωτική φάλαγγα που πήγαινε για το Χορτιάτη, ή με βάση τη 1,5 ώρα απόστασης, όταν οι φυγάδες θα έμπαιναν στη βάση τους, η στρατιωτική φάλαγγα θα έφθανε στο Χορτιάτη.
Αν σαν υπόθεση εργασίας δεχθούμε ότι έφθασαν μετά από 1,5 ώρα στη βάση τους, είναι Σάββατο, μετά το συσσίτιο και οι αξιωματικοί όλοι βρίσκονταν (;) στο στρατόπεδο, ακολουθεί υποχρεωτικά ανάκριση και κάποια φροντίδα σ’ αυτούς. Θα περάσει ασφαλώς μισή ώρα. Στη συνέχεια ο διοικητής της μονάδος θα επιχειρήσει να επικοινωνήσει με το Φρούραρχο στη Θεσσαλονίκη (θα τον βρει στο γραφείο του;). Ο Φρούραρχος θα επικοινωνήσει με τη στρατιωτική διοίκηση Θεσσαλονίκης - Αιγαίου (αυτοί θα αποφασίσουν τι και πότε θα γίνει). Θα μεταβιβάσουν την απόφαση τους στον Φρούραρχο. Αυτός θα ενημερώσει το διοικητή της μονάδος Ασβεστοχωρίου και ταυτόχρονα θα σχηματίσει μονάδα εκστρατείας. Ο χρόνος αυτός υπολογίζεται σε 1 ώρα. Ο διοικητής της μονάδας Ασβεστοχωρίου θα σημάνει συναγερμό και θα καλέσει τους αξιωματικούς σε σύσκεψη για να καταρτίσουν σχέδιο εκστρατείας. Και με δεδομένη την ύπαρξη ανταρτών, στη σύσκεψη θα καταρτισθεί σχέδιο περικύκλωσης του Χορτιάτη, εφόσον εισέλθουν, και αμυντικής διάταξης για να αποφευχθούν αιφνιδιασμοί από τους αντάρτες. Ο σχεδιασμός και η πορεία μέχρι το Χορτιάτη θα χρειασθούν οπωσδήποτε μισή με μία ώρα. Έχουμε λοιπόν, στην ιδανικότερη περίπτωση, επιπλέον 2,5 ώρες από τη 1,5 ώρα άφιξης των φυγάδων, σύνολο περίπου 4 ώρες.
Τα νούμερα δεν βγαίνουν για όσους διατείνονται ότι οι Γερμανοί ενημερώθηκαν για το χτύπημα και αμέσως προχώρησαν σε αντίποινα.
Αλλά... Υπάρχει ένα «αλλά» στην όλη υπόθεση. Στα μισά της διαδρομής Χορτιάτη - Ασβεστοχώρι υπήρχε στημένη ενέδρα από μια ομάδα του ΕΛΑΣ για την περίπτωση που η Γερμανική δύναμη που πήγαινε προς το Χορτιάτη για κατάσχεση ζώων θα ήταν ισχυρότερη από τη διμοιρία που ενέδρευε στις «Καμάρες» και η ομάδα αυτή να δρούσε προειδοποιητικά (Φωτίου: «Η ναζιστική τρομοκρατία στην Ελλάδα»). Θα άφηναν οι ενεδρεύοντες ΕΛΑΣίτες τους κυνηγημένους Γερμανούς να περάσουν; Σίγουρα, όχι. Στοιχεία ότι οι φυγάδες έπεσαν στην ενέδρα δεν έχουμε. Οπότε σίγουρα κάπου λούφαξαν ή διάλεξαν μονοπάτια προσπέλασης. Η άφιξη στη βάση τους είναι απόλυτα σίγουρο ότι έγινε πολύ αργά.
Τα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω είναι το καταστάλαγμα της κοινής λογικής, που δεν την αφήνουν τα χρονικά περιθώρια να δώσει άλλη απάντηση, εκτός από το ότι το ολοκαύτωμα ήταν προαποφασισμένο.
Η μαρτυρία της Νίτσας Γαϊτανίδου - Βορέλη, που αναφέρει ότι την παραμονή του ολοκαυτώματος ήρθε ο πατέρας της στο χωριό με την πληροφορία ότι θα καταστραφεί ο Χορτιάτης από τους Γερμανούς, είναι η σημαντικότερη επιβεβαίωση. Εξίσου φυσικά σημαντική είναι η μαρτυρία του Δημήτρη Χαβιαρόπουλου, που επιβεβαιώνει τη δική της μαρτυρία.
Επιχειρώντας να εκμηδενίσει: Πρώτο, τη σημασία του Χορτιάτη σαν περιφερειακό έρεισμα της Εθνικής Αντίστασης και δεύτερο, την αξιοπιστία του ημερολογίου του Γ. Φαρσακίδη, θέλει να επιβεβαιώσει ο κ. Καθηγητής την καινοφανή θεωρία περί ναζιστικής τρομοκρατίας...
Στη σελίδα 315 του βιβλίου του «Ναζιστική Τρομοκρατία στην Ελλάδα» υιοθετεί την εξής θεωρία: «Αντίθετα, οι συχνές επιθέσεις του ΕΛΑΣ εξώθησαν[3] τους παρακρατικούς σε ακραίες συμπεριφορές έναντι των αμάχων...» Οπότε, ο κ. Καθηγητής συμπεραίνει: «Ο Χορτιάτης τιμωρήθηκε για την ενέδρα του ΕΛΑΣ με 146 θύματα». Και παρακάτω:
«Σε τελευταία ανάλυση, η άνευ προηγουμένου θηριωδία του Σούμπερτ... οφειλόταν στους εξής κυρίως λόγους:
1) Στην απρόκλητη επίθεση της αντάρτικης ομάδας... 2)…. 3) Στο μίσος του Σούμπερτ εναντίον του καπετάν Κίτσου και του ΕΛΑΣ Χαλκιδικής... 4)….»
Κατ’ αυτή τη θεωρία, τα 20 εκατομμύρια του άμαχου πληθυσμού της κατεχόμενης Ευρώπης, από τη Νορβηγία ως την Ελλάδα και από τη Μόσχα ως τη Γαλλία, οφειλόταν στις απρόκλητες επιθέσεις των απανταχού στην Ευρώπη ΕΛΑΣιτών και καπετάν Κίτσων εναντίον των Γερμανών και των συμμάχων τους που «εξωθούσαν» τους απανταχού εγκληματίες της Ευρώπης να κάνουν εγκλήματα που δεν ήθελαν.
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, δεν απαντάμε στο δημοσίευμα του κ. Καθηγητή για να αποδείξουμε τα αυταπόδεικτα, ούτε για να αποδείξουμε ότι δεν φταίνε οι αντάρτες γιατί το έγκλημα ήταν προαποφασισμένο (δηλ. αν δεν ήταν προαποφασισμένο και έγινε εξαιτίας της επίθεσης των ανταρτών, τότε φταίνε οι αντάρτες). Στην περίπτωση αυτή θα ασπαζόμασταν τις θεωρίες του κ. Καθηγητή.
Απαντάμε γιατί κάποτε πρέπει να αναδειχθεί η αλήθεια, που εξαιτίας μιας συνηθισμένης την εποχή εκείνη συμπλοκής, καλύφθηκε από πυκνό καπνό μύθων, συκοφαντιών και παραπληροφόρησης και δεν άφησε να φανεί ότι Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑ και δεν χρειάζεται πρόσχημα για να το αποδείξει.
Τελειώνοντας, θέλω να καταθέσω ένα ερώτημα. Ο γιατρός, τον οποίον αναφέρουν πολλοί, σε ποια γραπτά εμφανίζεται; Τον ψάχνω δεκαετίες τώρα και δεν τον βρίσκω πουθενά. Πριν την επταετία της χούντας, κάποιος Χορτιατινός μου είπε ότι το έμαθε από ΕΛΑΣίτες που ήθελαν να τον μεταφέρουν στο Σανατόριο, αλλά δεν πρόλαβαν γιατί πέθανε. Αλλοι μου είπαν ότι ήταν τραυματίας και ονομαζόταν Άλεξ γιατί όταν τον κουβαλούσαν οι αντάρτες φώναζε «Άλεξ, καπούτ» (δηλ. ο Άλεξ πεθαίνει). Τελευταία μας εξήγησε κάποιος ότι φώναζε «Άλες καπούτ» δηλ. «όλα χάθηκαν». Τώρα τελευταία μαθαίνω ότι ο γιατρός έγινε χημικός... θα ήμουν ευτυχής αν κάποιος με διαφώτιζε για το πρόσωπο αυτό.
Θανάσης Οικονόμου
Θεσσαλονίκη, Οκτώβρης 2012
[1] Ο καπετάν Χορτιάτης, σαν αξιωματικός του ΕΛΑΣ, διέθετε υποχρεωτικά ρολόι και οι ώρες καταγράφονται με ακρίβεια. Η δε διμοιρία του Γ. Φαρσακίδη διέθετε ρολόι, όπως αναφέρεται από τον ίδιο στην περιγραφή που περιλαμβάνεται στο βιβλίο το Θ. Βαλαχά: «Ό,τι απέμεινε από τη μέρα εκείνη, η μνήμη είναι», στη σελ. 99.
[2] Ο Γ. Γκουραμάνης ήταν εκτός Χορτιάτη εκείνη την ημέρα, ενώ ο Κ. Πασχαλούδης σε διευκρινιστική ερώτηση, απάντησε πως για την ακριβή ώρα γνωρίζουν καλύτερα οι παρόντες στο Χορτιάτη Γ. Φαρσακίδης και καπετάν Χορτιάτης.
[3] Εξωθώ: Παρακινώ έντονα κάποιον να κάνει κάτι που δεν θέλει. (Λεξικό Κριαρά).
ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΧΟΡΤΙΑΤΗ ΣΤΙΣ 2 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1944.
Του Θανάση Σ. Φωτίου, καθηγητή πανεπιστημίου Carleton, Οτάβα, Καναδάς
Ο Γιώργος Φαρσακίδης είναι ο μοναδικός επιζών από την ομάδα που συμμετείχε στην ενέδρα κατά την οποία στις 2 Σεπτεμβρίου χτυπήθηκαν δυο αυτοκίνητα, ένα ελληνικό και ένα γερμανικό, στη θέση του ρωμαϊκού Υδραγωγείου ευρύτερα γνωστού ως «Καμάρα», έξω από το Χορτιάτη,. Επακολούθησε το ολοκαύτωμα του χωριού την ίδια μέρα. Η οποιαδήποτε συμβολή του στην διελεύκανση πλήθους κρίσιμων ερωτημάτων είναι επίκαιρη αλλά και βαρυσήμαντη. Ήταν πια καιρός ο βετεράνος Επονίτης να αφηγηθεί γραπτά και δημόσια την εμπειρία του για τα γεγονότα στο Χορτιάτη όπως ο ίδιος τα έζησε στην ηλικία των 18 χρονών.
Ο Επονίτης έγραψε και μίλησε για το ολοκαύτωμα του Χορτιάτη και στο παρελθόν αλλά στο πρόσφατο σύγγραμμα του «Μια απαίσχυντη συμφωνία και το ολοκαύτωμα του Χορτιάτη» (Θεσσαλονίκη 2011) το ολοκαύτωμα τοποθετείται σε ευρύτερο πλαίσιο. Έπειτα μερικά σημεία επεξηγούνται καλύτερα στη συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα Αγγελιοφόρος.
ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ Γ. ΦΑΡΣΑΚΙΔΗ
Δυο είναι τα βασικά ‘επιχειρήματα’ με τα οποία ο Γ. Φαρσακίδης προσπαθεί να ανατρέψει, όπως ο ίδιος διατείνεται, το «μύθο των αντιποίνων» και να προτείνει νέα ερμηνεία ότι οι Γερμανικές στρατιωτικές αρχές της Θεσσαλονίκης είχαν προαποφασίσει και προσχεδιάσει να αφανίσουν το Χορτιάτη στις 2 Σεπτεμβρίου.
Επιχείρημα πρώτο: Η άποψη του Φαρσακίδη ότι «ο Χορτιάτης ήταν σημαντικός σταθμός αντίστασης [...] και κομβικό σημείο για τους Γερμανούς» στερείται ερεισμάτων στις πηγές. Αντίθετα, οι μαρτυρίες στη διάθεση του ερευνητή συντείνουν σε ένα γενικά παραδεκτό συμπέρασμα ότι ο Χορτιάτης, αν και ορεινό χωριό, λόγω της γειτνίασής του με την ανατολική ζώνη ασφαλείας Θεσσαλονίκης, καλλιέργησε γενικά καλές σχέσεις με τις γερμανικές αρχές, οι οποίες για λόγους ασφάλειας φρόντισαν το χωριό να τελεί υπό την επιτήρηση και τον έλεγχο της Ομάδας Στρατού Ε. Επιπλέον, για να μην καταστεί βάση αντίστασης και εφοδιασμού, γερμανικά στρατιωτικά τμήματα κατά τους εαρινούς και θερινούς μήνες του 1943 και 1944 εγκαταστάθηκαν στο δημοτικό σχολείο και έτσι διασφάλισαν το χωριό και την άμεση περιοχή του από διελεύσεις, στρατωνισμούς, και επιδρομές ανταρτικών ομάδων. Γι’ αυτό μέχρι τις 2 Σεπτεμβρίου 1944 ο Χορτιάτης δεν έδωσε αφορμή να γίνει στόχος τρομοκράτησης ή αντιποίνων από τους Γερμανούς και τους Έλληνες συνεργάτες τους. Η μεγάλη πλειονότητα των κατοίκων πίστευε ότι οι Γερμανοί δεν είχαν λόγο να βλάψουν το χωριό τους.
Είναι αξιοσημείωτο ότι στην επιχείρηση του ΕΛΑΣ εναντίον του Σανατορίου στις 12/13 Ιουλίου 1944 ο Χορτιάτης δεν φέρεται να είχε καμιά ανάμειξη και επομένως το Γραφείο Ia σχεδιασμού επιχειρήσεων δεν περιέλαβε το χωριό στο σχέδιο της εκκαθαριστικής επιχείρησης που πραγματοποιήθηκε σε αντίποινα στις 27 και 28 Ιουλίου στην περιοχή γύρω από τα χωριά Λιβάδι και Πετροκέρασα όπου το λημέρι /ορμητήριό του καπετάν Κίτσου (Γιώργος Τσιτουρίδης), διοικητή του 2ου τάγματος Χαλκιδικής. Επομένως το τηλεγράφημα των γερμανικών αρχών της 22 Ιουλίου 1944 ότι «στην περιοχή Ασβεστοχωρίου-Χορτιάτη προέκυψε ότι εκεί σταθμεύουν οι δυνάμεις των συμμοριών οι οποίες [...] προχώρησαν στη δημιουργία οχυρών θέσεων» [Γ. Φαρσακίδης, ό.π., σ. 68] είναι προβληματικό και παραπλανητικό όσον αφορά το Χορτιάτη, καθότι δεν προέκυψε εμπλοκή ούτε του Χορτιάτη αλλά ούτε κανενός Χορτιατινού, όπως απέδειξαν τα γεγονότα του Ασβεστοχωρίου της 26ης Ιουλίου και η εκκαθαριστική επιχείρηση της 27ης Ιουλίου.
Όταν οι Γερμανοί στις αναφορές και στα ημερολόγιά τους σημειώνουν απλώς «δραστηριότητες συμμοριτών στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης», εννοούν πρωτίστως τα περίχωρα του Λιβαδιού και των Πετροκεράσων. Η άμυνα και ο αυστηρός έλεγχος της περιοχής αυτής αποτελούσε για τον ΕΛΑΣ ζήτημα μεγίστης σημασίας όπως χαρακτηριστικά καταδεικνύει η από 23 Αυγούστου 1944 διαταγή του καπετάν Κίτσου προς τον νεοαφιχθέντα καπετάν Χορτιάτη (Γεώργιος Κιρκιμτζής) [Βλ. Θ.Βαλαχάς – Δ. Θεοχάρη, 2 Σεπτεμβρίου 1944. Χορτιάτης, Θεσσαλονίκη 2008, σ. 130 και 33-35 αφήγηση Στ. Δράγου]. Μέχρι τότε ο Χορτιάτης και η περιοχή του δεν μνημονεύονται να είχαν γίνει έστω και για ελάχιστο χρόνο «σταθμός ανταρτών» όπως διατείνεται ο Γ. Φαρσακίδης. Εξάλλου η στάθμευση ανταρτών στην εν λόγω περιοχή θα ισοδυναμούσε με αυτοκτονία για τον ΕΛΑΣ, ο οποίος θα πρέπει να γνώριζε ότι ο Χορτιάτης εφάπτονταν της οριοθετικής γραμμής Σέδες–Πανοράματος–Ασβεστοχωρίου, όπου στάθμευαν υπολογίσιμες δυνάμεις του εχθρού. Μόνον τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου ο ΕΛΑΣ Χαλκιδικής πήρε την ριψοκίνδυνη απόφαση να προωθήσει έξω από το Χορτιάτη (θέση «Καστανιές») το 2ο λόχο υπό τον καπετάν Φλωριά (Αντώνης Καζάκος), και τον 1ο λόχο υπό τον καπετάν Χορτιάτη κοντά στο Αρδαμέρι (θέση «Δραγάνα») αποσκοπώντας την προστασία της περιοχής από εχθρικές διελεύσεις ή εξορμήσεις.
Σχετικά με την παρουσία των προαναφερθέντων λόχων θα πρέπει να αναφερθεί το σημείωμα που ο καπετάν Φλωριάς έστειλε στον καπετάν Χορτιάτη την 1η Σεπτεμβρίου με την πληροφορία Τσέχου λοχία του Πανοράματος ότι «πρόκειται να κινηθεί δύναμις ταγματασφαλιτών με Γερμανούς προς τον Χορτιάτη με κατεύθυνση προς το Αρδαμέρι και μια φάλαγγα από Σέδες προς Αρδαμέρι» [βλ. Βαλαχάς – Θεοχάρη, ό.π., σ. 138]. Για τον ιστορικό οι προφορικές μαρτυρίες είναι συχνά στοιχείο αμφισβητήσιμο και όχι πειστικό εάν δεν διασταυρωθούν και διαβεβαιωθούν από αρχειακά τεκμήρια ή τουλάχιστον από άλλες μαρτυρίες πάνω στο ίδιο θέμα. Έπειτα η πληροφορία του Τσέχου λοχία εκτός από το γεγονός ότι χρονικά είναι ακαθόριστη, είναι ιδιαίτερα υπερβολική όσον αφορά τις συμμετέχουσες εχθρικές δυνάμεις των οποίων στόχος δεν ήταν ο Χορτιάτης αλλά το Αδραμέρι και η περιοχή του. Ο Γ. Φαρσακίδης [ό.π., σ. 82]. συμπεραίνει « Η πληροφορία αυτή [...] σαφώς αφορά την προαποφασισμένη εκτέλεση μέτρων για την προαναγγελθείσα ‘εκκαθάριση της περιοχής’.
Επιχείρημα Δεύτερο. Το δεύτερο ‘επιχείρημά’ του Επονίτη στηρίζεται πάνω σε δυο χρονικά όρια που καθορίζονται σε μια προσωπική αφήγηση που έρχεται σε πλήρη σύγκρουση με τις υπάρχουσες γραπτές και προφορικές μαρτυρίες. Πολύ συνοπτικά : Στις 2 Σεπτεμβρίου ο Φαρσακίδης συμμετειχε με μια ομάδα ανταρτών υπό το διμοιρίτη Βάιο Ρικούδη σε ενέδρα στο Ρωμαϊκό Υδραγωγείο. Γύρω στις 10.00 π.μ. ένα αυτοκίνητο «που είχε να κάνει με Έλληνες», δεν σταμάτησε για έλεγχο αλλά ανέπτυξε ταχύτητα και δέχθηκε τα πυρά της ενέδρας. Επειδή η ενέδρα προδόθηκε από τους πυροβολισμούς, ήταν επόμενο να διαλυθεί.. Ο Φαρσακίδης, ανήσυχη φύση, έτρεξε με το φίλο του Σταύρακα (Δήμου) να μάθει γιατί ο οδηγός δεν σταμάτησε.Tο αρμόδιο άτομο [εργοδηγός] που θα μπορούσε να ικανοποιήσει την περιέργειά του βρισκόταν σε αφασία λόγω του σοβαρού τραυματισμού του.
Εν συνεχεία οι δυο Επονίτες ζητώντας να μετριάσουν την πείνα τους προχώρησαν στο εσωτερικό του χωριού αλλά κατά σύμπτωση περί τις 11.00 η ώρα τους πλησίασε ο καπετάν Χορτιάτης ο οποίος, μαθαίνοντας τι συνέβη, τους κατσάδιασε και σε αυστηρό τόνο τους διέταξε να γυρίσουν αμέσως πίσω στις θέσεις τους. «Στεναχωρημένοι», άγρυπνοι και πεινασμένοι, επέστρεψαν στο Υδραγωγείο – εντωμεταξύ είχε προστεθεί και ο αντάρτης Παντελής (Σιναϊδης) - χωρίς να έχουν το χρόνο να χωνέψουν καλά την εντολή του καπετάν Χορτιάτη για την επανασύσταση μιας ενέδρας που μόλις είχε ‘διαλυθεί’. Γύρω στις 12.00 το μεσημέρι κατέφθασε «ένα στρατιωτικό ανοιχτό» αυτοκίνητο που έγινε στόχος πυροβολισμών από τους τρεις αντάρτες. Τραυματίσθηκε βαριά ο νεαρός οδηγός αλλά δυο άλλοι Γερμανοί, ελαφρώς τραυματισμένοι, με τα αυτόματά τους κατάφεραν να διαφύγουν παρά την εξονυχιστική έρευνα του θαρραλέου Φαρσακίδη μέσα στην άγρια βλάστηση.
Συμπεράσματα του Γ. Φαρσακίδη. 1) Το δεύτερο όχημα, καθαρά γερμανικό, αφίχθηκε δυο ώρες μετά το ελληνικό και επομένως δεν υπήρχε καμιά σχέση μεταξύ τους. Το γερμανικό ήταν απλώς αναγνωριστικό αυτοκίνητο και «προπομπός της φονικής φάλαγγας». 2) Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Επονίτη, «μέσα σε μια ώρα είχαν συγκεντρωθεί τριανταπέντε στρατιωτικά αυτοκίνητα, τετρακόσιοι Γερμανοί και ογδόντα ‘εθελοντές’ γερμανοτσολιάδες του Σούμπερτ», (Αγγελιοφόρος, φύλλο της 2.9.2011). Άρα όλη αυτή η φάλαγγα των 35 αυτοκινήτων ήταν αδύνατο να είχε ετοιμασθεί μέσα σε μια ώρα αν δεν είχε ήδη τεθεί σε πλήρη ετοιμότητα από νωρίς περιμένοντας την διαταγή να ανέβει στο Χορτιάτη για να τον αφανίσει.
ΝΕΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ: ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ Γ. ΦΑΡΣΑΚΙΔΗ
Καταρχήν οι προσωπικές μαρτυρίες που βασίζονται αποκλειστικά πάνω σε χρονικά όρια για τα οποία υπάρχει μεγάλη διαφωνία στις διαθέσιμες πηγές συνήθως είναι αμφισβητήσιμης αξίας. Δεύτερον, η όλη αφήγηση του Ελασίτη εγείρει περισσότερα ερωτηματικά απ’ όσα προσπαθεί να απαντήσει. Ενδεικτικά, πώς ο καπετάν Χορτιάτης σφετερίσθηκε την αρμοδιότητα συναδέλφου του, του καπετάν Φλωριά, για να διατάξει το ξαναστήσιμο μιας ‘διαλυμένης ενέδρας’; Και το μέγα ερώτημα: ψεύδεται ο διμοιρίτης Β. Ρικούδης στη μαρτυρία του ότι αυτός με την ομάδα του χτύπησαν το ελληνικό και το γερμανικό αυτοκίνητο; Τα κατά επιλογήν τεκμήρια που παρατίθενται εδώ προέρχονται από άτομα που βίωσαν τα γεγονότα της εποχής εκείνης όπως ο Γ. Φαρσακίδης.
Η μαρτυρία του Γεωργίου Τρώντσιου, κατοίκου Χορτιάτη και υπάλληλου του Ο.Υ.Θ, ο οποίος φρόντιζε για την καθημερινή χλωρίωση της δεξαμενής. Ο Τρώντσιος όταν διαπίστωσε ότι την Παρασκευή 1η Σεπτεμβρίου το χλώριο είχε τελειώσει, ξεκίνησε πεζή πολύ πρωί της επομένης για τη Θεσσαλονίκη για να ειδοποιήσει τους υπεύθυνους να στείλουν χλώριο. Για καλή του όμως τύχη στη Νεάπολη μεταξύ 9.00 και 9.30 συνάντησε την «κούρσα των Γερμανών», αναγνωρίσθηκε και επιβιβάσθηκε σε αυτή. Ο Τρώντσιος το 1976 αφηγήθηκε την εμπειρία του στο ρεπόρτερ Βαγγέλη Παντελίδη [Ο Ελληνικός Βορράς 19.9.1976] ως εξής: «τους είπα ότι δεν έχουμε χλώριο και ότι στο χωριό υπάρχουν αντάρτες. Με καθησύχασαν και μου είπαν ότι είχαν στείλει ένα φορτηγό με οκτώ βαρέλια χλώριο. Έτσι πήραμε το δρόμο της επιστροφής, εγώ, ο χημικός, οι δύο της Γκεστάπο κι ένας ακόμη υπάλληλος της υδρεύσεως, ο Αλέκος Σωτηρχόπουλος. Έξω από το χωριό, στη γέφυρα, στην Καμάρα, μας χτύπησαν». Την μαρτυρία του Γ. Τρώντσιου για την παρουσία του Σωτηρχόπουλου στο γερμανικό αυτοκίνητο την επιβεβαιώνει ο Γ. Ρωμούδης, γραμματέας της Κοινότητας Χορτιάτη, στην αναφορά του στο Γραφείο Δημ. Ασφαλείας Θεσσαλονίκης στις 13 Σεπτεμβρίου 1944.
Να σημειωθεί ότι παραξενεύει η μαρτυρία του Τρώντσιου ότι οι αντάρτες ήταν μέσα στο χωριό, πληροφορία που οπωσδήποτε θα υποχρέωνε τους Γερμανούς, ιδίως τους οπλισμενους ‘γκεσταπίτες’, να το σκεφθούν σοβαρά και να διακόψουν το ταξίδι τους. Ο Τρώντσιος φαίνεται να έπαθε παραδρομή της μνήμης πράγμα που το επιβεβαιώνει ο γιος του Αναστάσιος σε μαρτυρία του [συνέντευξη, Θεσσαλονίκη 17.2.2009].
Η μαρτυρία του Ιωάννη Στανίνου, προϊσταμένου του τμήματος δικτύου στον Ο.Υ.Θ. και συντονιστή των αποστολών το 1944, ο οποίος προγραμμάτισε την αποστολή των δυο αυτοκινήτων, ελληνικού και γερμανικού, για το Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου και σκόπευε να συνταξιδεύσει και ο ίδιος αλλά την τελευταία στιγμή λόγω κωλύματος δεν συμμετέσχε. Το 1987 σε εκπομπή της ΕΡΤ για την ύδρευση της Θεσσαλονίκης, αφηγείται το επεισόδιο από το χώρο της «Καμάρας» ως εξής: «Εδώ δυο συνάδελφοι έχασαν τη ζωή τους. Ένα αυτοκίνητο της Υπηρεσίας μας μετέβαινε για την απολύμανση της πηγής και ένα αυτοκίνητο των Γερμανών το συνόδευε. Στην υδρογέφυρα οι αντάρτες της ενέδρας τα χτύπησαν» [βλ.βίντεο στη κατοχή του Ι. Ταμιωλάκη].
Η μαρτυρία του Κώστα Πασχαλούδη, πολιτικού υπεύθυνου της Επονίτικης Υποδειγματικής Ομάδας και μέλους του επιτελείου του καπετάν Φλωριά. Ο Πασχαλούδης ήταν γνώστης του σχεδίου για την προστασία του Χορτιάτη και άκουσε την αναφορά που ο Βάιος Ρικούδης έκανε στον Φλωριά στις «Καστανιές» γύρω στο μεσημέρι του Σαββάτου. Ο Ρικούδης ανέφερε ότι «μετά το χτύπημα του πρώτου [ελληνικού] αυτοκινήτου σε λίγο έφτασε και το δεύτερο, γερμανικό, αυτοκίνητο». Τους πυροβολισμούς, τον ένα μετά τον άλλο, τους ακούσαμε στο λημέρι μας. Το όλο επεισόδιο, από το πρώτο μέχρι το δεύτερο αυτοκίνητο δεν διήρκησε παραπάνω από είκοσι λεπτά [...]. Τα πρώτα 14 γερμανικά αυτοκίνητα σταμάτησαν έξω από το χωριό μεταξύ δύο και τρεις το απόγευμα» (συνέντευξη, Θεσσαλονίκη 11.8.2010).
Καμία από τις διαθέσιμες μαρτυρίες δεν χρονολογεί την άφιξη του γερμανικού αυτοκινήτου δυο ώρες μετά το χτύπημα του ελληνικού. «Σε μισή ώρα» είναι το ανώτατο όριο που αναφέρουν μερικοί μάρτυρες. Όσον αφορά το χρόνο άφιξης της γερμανικής φάλαγγας, υπάρχει γενική ομολογία ότι τα πρώτα αυτοκίνητα ανέβηκαν μεταξύ μία και δύο η ώρα το απόγευμα. Να σημειωθεί ότι δεν ήρθαν όλα μαζί. Τα πρώτα 14 μετέφεραν από το Ασβεστοχώρι το τάγμα Γερμανών (περί τους 200 στρατιώτες) υπό τον ταγματάρχη Schäfer και τους 80 περίπου άνδρες του «Σώματος Κυνηγών» του Σούμπερτ. Άλλα 4 με 6 αυτοκίνητα μετέφεραν στρατιώτες υπό τον υπολοχαγό Wilhelm Knetsch, διοικητή μάχης του Φρουραρχείου Θεσσαλονίκης, και ένα απόσπασμα στρατονόμων υπό τον ανθυπολοχαγό Willi Pohlmann, έφτασαν αργότερα Ο Γ. Φαρσακίδης σε κείμενο του το 2008 [βλ. Βαλαχά – Θεοχάρη, ό.π., σ. 103] γράφει: «...πρέπει να πέρασαν πάνω από δύο ώρες[από το χτύπημα του γερμανικού αυτοκινήτου στις 12.00 η ώρα] και μας κάνει εντύπωση που δεν μας ήρθαν ακόμα οι Γερμανοί». Οι δυο ώρες κουτσουρεύτηκαν στη μια ώρα στο πρόσφατο σύγγραμμα του Επονίτη. Οι Γερμανοί και οι ταγματασφαλίτες του Ασβεστοχωρίου δεν χρειάζονταν ούτε καν δυο ώρες για να ανέβουν στο διπλανό Χορτιάτη.
Μπορεί οι αναμνήσεις του συναγωνιστή Γ. Φαρσακίδη να φαίνονται πρωτότυπες και εντυπωσιακές, όμως δεν έχουν σχέση με την ιστορική πραγματικότητα ούτε ανατρέπουν την «επίσημη ιστορία των αντιποίνων». Αντίθετα, συμβάλλουν στη δημιουργία ενός ακόμη μύθου γύρω από το μαρτυρικό χωριό.
του Στέλιου Κούλογλου
Η φετινή επέτειος του Ολοκαυτώματος στο Χορτιάτη μας επιφύλαξε μια ανατριχιαστική επικαιρότητα. Δεν είναι μόνο ότι η χώρα μας βρίσκεται και πάλι στη δίνη ενός πολέμου-οικονομικού αυτή τη φορά- όπως 68 χρόνια πριν. Είναι ότι, αντίθετα με άλλα εγκλήματα πολέμου που σημειώθηκαν στις άλλες μαρτυρικές πόλεις και τα χωριά της Ελλάδας, στην περίπτωση του Χορτιάτη οι εκτελεστές δεν ήταν βασικά Γερμανοί στρατιώτες. Μπορεί να έδρασαν υπό την μπαγκέτα ενός Γερμανού λοχία με παραστρατιωτική δράση, του Σούμπερτ, αλλά ήταν οι Έλληνες δωσίλογοι οι φυσικοί αυτουργοί.
του Στέλιου Κούλογλου
Η φετινή επέτειος του Ολοκαυτώματος στο Χορτιάτη μας επιφύλαξε μια ανατριχιαστική επικαιρότητα. Δεν είναι μόνο ότι η χώρα μας βρίσκεται και πάλι στη δίνη ενός πολέμου-οικονομικού αυτή τη φορά- όπως 68 χρόνια πριν. Είναι ότι, αντίθετα με άλλα εγκλήματα πολέμου που σημειώθηκαν στις άλλες μαρτυρικές πόλεις και τα χωριά της Ελλάδας, στην περίπτωση του Χορτιάτη οι εκτελεστές δεν ήταν βασικά Γερμανοί στρατιώτες. Μπορεί να έδρασαν υπό την μπαγκέτα ενός Γερμανού λοχία με παραστρατιωτική δράση, του Σούμπερτ, αλλά ήταν οι Έλληνες δωσίλογοι οι φυσικοί αυτουργοί.
Ο Χορτιάτης κατά τη δεκαετία 1941-1951, η διαχείριση της μνήμης και οι πολιτικές επιλογές των κατοίκων του την περίοδο 1946-1964.
Γράφει η Όλγα Διαμάντη, Φιλόλογος Α.Π.Θ. (Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.)
Με αφετηρία την καταγωγή μου από το Χορτιάτη και τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στο πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, ξεκίνησα πριν τρία χρόνια την εντρύφησή μου στην τοπική ιστορία της κοινότητας, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την εκπόνηση της μελέτης «Η καταστροφή του Χορτιάτη (2 Σεπτεμβρίου 1944). Συμβολή στην τοπική ιστορία της κοινότητας».
- Έναρξη
- Προηγούμενο
- 1
- 2
- 3
- Επόμενο
- Τέλος