Στο πλαίσιο του πειράματος, επιλέχθηκαν να δοκιμασθούν οι
ακόλουθες μέθοδοι:
Α. Σπορά σε γραμμές το φθινόπωρο (Οκτώβριος)
Β. Σπορά σε γραμμές την άνοιξη (τέλη Μαρτίου)
Γ. Σπορά σε πινάκια 40χ40ογπ το φθινόπωρο
Δ. Σπορά σε πινάκια 40χ40ογπ την άνοιξη
Ε. Φύτευση διετών φυταρίων σε λάκκους, το φθινόπωρο
Ζ. Φύτευση διετών φυταρίων σε λάκκους, την άνοιξη
Η. Φύτευση διετών φυταρίων σε σχισμή, το φθινόπωρο
Θ. Φύτευση διετών φυταρίων σε σχισμή, την άνοιξη
Ι. Φύτευση μονοετών φυταρίων σε σχισμή, το φθινόπωρο
Κ. Φύτευση μονοετών φυταρίων σε σχισμή, την άνοιξη
Λ. Φύτευση μονοετών φυταρίων με αξίνα, το φθινόπωρο
Μ. Φύτευση μονοετών φυταρίων με αξίνα, την άνοιξη
Συνολικά, δοκιμάσθηκαν 6 μέθοδοι χ 2 εποχές = 12 περιπτώσεις. Για να είναι δυνατή η στατιστική ανάλυση και σύγκριση των μεθόδων χρησιμοποιήθηκαν λατινικά τετράγωνα. Κάθε περίπτωση δοκιμάσθηκε σε τετράγωνο 10χ10γπ και συνεπώς κάθε λατινικό τετράγωνο είχε 12x12=144 τετράγωνα των 100 τ.μ. ή 14,4 στρέμματα. Καθώς πραγματοποιήθηκαν 10 επαναλήψεις, η συνολική έκταση ανήλθε σε 288 στρέμματα (φθινόπωρο 1954, άνοιξη 1955, φθινόπωρο 1955 και άνοιξη 1956). Στη συνέχεια, κατά τα έτη 1956 και 1957, παρακολουθήθηκε το ποσοστό επιβίωσης των φυταρίων και των αρτιφύτρων της σποράς, η αύξηση σε ύψος, η υγρασία του εδάφους, με ειδικό όργανο και πλακίδια γύψου που είχαν τοποθετηθεί στο έδαφος, καθώς και η αύξηση του ριζικού συστήματος.
Το 1958, πριν φύγω για την Ελβετία ως υπότροφος του Κληροδοτήματος Χλωρού, παρέδωσα στον τότε διευθυντή του Εργαστηρίου, καθηγητή Χρ. Μουλόπουλο, δακτυλογραφημένη την εργασία για δημοσίευση. Δυστυχώς, η εργασία
αυτή χάθηκε και μαζί της, πολύτιμα συμπεράσματα για τη δασοκομική πράξη. Η απώλεια της με πόνεσε και ακόμα με πονάει, ειδικά αν θυμηθώ και τις δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκε. Ξενοδοχεία δεν υπήρχαν. Ούτε δρόμοι. Κατά τη διάρκεια των εργασιών (φθινόπωρο του 1954, άνοιξη και φθινόπωρο του 1955, άνοιξη του 1956) έμενα στον Χορτιάτη, στο σπίτι του Γ. Γκουραμάνη που ήταν και επιστάτης της ΥΠΕΜ, σε μια θαυμάσια οικογένεια στην οποία είμαι πάντοτε ευγνώμων. Για την παρακολούθηση της πορείας της αναδάσωσης, έπαιρνα το πρώτο λεωφορείο στις 6 π.μ. για το Πανόραμα και από εκεί, φορτωμένος και με το όργανο μέτρησης της υγρασίας, περπατούσα 2 Μ> - 3 ώρες μέχρι τον Κισσό του Χορτιάτη. Στις 5 μ. μ. έπρεπε να βρίσκομαι στον Χορτιάτη για να προλάβω το τελευταίο λεωφορείο που έφευγε για τη Θεσσαλονίκη.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, θέλω, έστω και μετά από τόσα χρόνια, να κάνω γνωστά τα συμπεράσματα εκείνης της ερευνητική εργασίας όπως τα θυμάμαι, γιατί νομίζω ότι ακόμη και σήμερα είναι χρήσιμα για την πράξη.
Τα κυριότερα, λοιπόν, αποτελέσματα, αφορούσαν στα ακόλουθα:
Οι σπορές, τόσο σε γραμμές, όσο και σε πινάκια, το πρώτο έτος (φθινόπωρο και άνοιξη) είχαν πλήρη επιτυχία, χωρίς στατιστική διαφορά μεταξύ φθινοπωρινής και ανοιξιάτικης σποράς. Αντιθέτως, το δεύτερο έτος είχαν πλήρη αποτυχία, καθώς οι σπόροι είχαν φαγωθεί από τα ποντίκια.
Τα διετή φυτάρια, τόσο σε λάκκους, όσο και σε σχισμές (με εμβολέα) είχαν σχεδόν την ίδια επιτυχία, ανεξαρτήτως εποχής φύτευσης, η οποία ανήλθε περίπου στο 80%. Τα μονοετή φυτάρια, τόσο σε σχισμές (με εμβολέα), όσο και με αξίνα, ανεξαρτήτως εποχής, είχαν επιτυχία, κατά μέσο όρο, 97%! Στις φυτεύσεις σε λάκκους, ένας εργάτης φύτευε κατά μέσο όρο 80 φυτάρια ημερησίως, ενώ με τον εμβολέα φυτεύονταν 300-400. Στα μονοετή φυτάρια, αντίθετα, με εμβολέα φυτεύονταν περίπου 350-400 φυτάρια, ενώ με την αξίνα 800-900 φυτάρια. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε, εφόσον διαθέτουμε έμπειρο προσωπικό και κατάλληλα εδάφη, να χρησιμοποιούμε και φθηνές μεθόδους αναδάσωσης με πολύ μεγάλη επιτυχία.
Στη χρήση γυμνόρριζων φυταρίων, αποφασιστικό ρόλο παίζει ο χειρισμός τους. Από την εξαγωγή, συσκευασία, μεταφορά έως τη φύτευση, το ριζικό σύστημα πρέπει να είναι πάντοτε καλυμμένο με νωπό χώμα ή βρεγμένη λινάτσα. Παρόλα αυτά, όμως, υπάρχει σημαντική μείωση του κόστους και αρκετά μεγάλη επιτυχία.
Όσον αφορά στην αύξηση σε ύψος, στα διετή φυτάρια παρατηρήθηκε μία υστέρηση σε αύξηση κατά την πρώτη βλαστητική περίοδο, πιθανόν λόγω του μεταφυτευτικού «σοκ», η οποία ξεπεράστηκε τη δεύτερη περίοδο μετά τη φύτευση. Επίσης, στα φυτάρια που φυτεύτηκαν το φθινόπωρο παρατηρήθηκε μια υπεροχή στην αύξηση έναντι εκείνων που φυτεύτηκαν την άνοιξη. Στα μονοετή φυτάρια, παρατηρήθηκε ζωηρή αύξηση ήδη από την πρώτη βλαστητική περίοδο,
ανεξαρτήτως εποχής φύτευσης, γεγονός που σημαίνει ότι υπέστησαν μικρότερο «σοκ» μεταφύτευσης και προσαρμόσθηκαν γρηγορότερα στο νέο περιβάλλον.
Σε ό,τι αφορά την αύξηση του ριζικού συστήματος, ανεξάρτητα από την ηλικία των φυταρίων και την εποχή φύτευσης, παρατηρήθηκαν δύο μέγιστα, ένα προς το τέλος του φθινοπώρου και ένα προς το τέλος της άνοιξης (Μάιο) και δύο ελάχιστα, ένα κατά τη διάρκεια του χειμώνα και ένα προς το τέλος του καλοκαιριού (Αύγουστος-Σεπτέμβριος). Αυτό σημαίνει ότι τα φυτάρια που φυτεύονται το φθινόπωρο εμφανίζουν δύο μέγιστα στην αύξηση του ριζικού συστήματος,γεγονός που δεν επηρεάζει την επιβίωση τους (το ποσοστό αποτυχίας ήταν το ίδιο), αλλά την αύξηση τους σε ύψος. Η αύξηση σε ύψος, του επικόρυφου βλαστού, άρχιζε στα τέλη Απριλίου περίπου και τελείωνε τον Ιούνιο.
Η υγρασία του εδάφους διατηρούνταν πάνω από τα όρια ή κοντά στα όρια της υδατοϊκανότητας έως τα τέλη Ιουνίου, αλλά ποτέ δεν έφθανε τα όρια του μόνιμου μαρασμού. Αυτό σημαίνει ότι τα φυτάρια, στο υψόμετρο της επιφάνειας (850 μέτρα), δεν χρειάζονται πότισμα για να επιβιώσουν. Βέβαια σε αυτό συντέλεσαν και οι ευνοϊκές καιρικές συνθήκες από άποψη κατακρημνισμάτων των ετών 1956 και 1957.
Συμπερασματικά, αξιολογώντας τα αποτελέσματα της πειραματικής εκείνης εργασίας, θα ήθελα να τονίσω ότι, όπου οι εδαφικές και κλιματικές συνθήκες προσφέρονται, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε φθηνότερες μεθόδους, με πολύ καλά αποτελέσματα. Η χρήση βωλόφυτων εξασφαλίζει πιθανόν καλύτερη επιτυχία και επιμηκύνει τον χρόνο φύτευσης, έχει όμως πολύ υψηλό κόστος. Η χρήση γυμνόρριζων φυταρίων, ιδιαίτερα μονοετών, απαιτεί πολύ χαμηλό κόστος και έχει μεγάλο ποσοστό επιτυχίας, αρκεί να υπάρξει κατάλληλος χειρισμός, από την εξαγωγή τους έως τη φύτευση τους (το ριζικό σύστημα δεν πρέπει να εκτεθεί ούτε στιγμή στον αέρα, ιδιαίτερα σε ηλιόλουστες ημέρες).
Έγραψα αυτό το άρθρο για να μεταφέρω μια εμπειρία που απόκτησα με πολύ κόπο, αλλά και πολύ μεράκι, ώστε αυτή η γνώση να μην πάει χαμένη. Ήθελα, κυρίως, να αναδείξω, την αποτελεσματικότητα μεθόδων αναδάσωσης φθηνών και απλών που δεν απαιτούν υπέρογκα κονδύλια. Να μιλήσω για το επιστημονικό μεράκι που οι δύσκολες συνθήκες, αντί να το πτοούν, το έτρεφαν περισσότερο και που δεν το συναντάς εύκολα σήμερα. Να τονίσω την ανάγκη για υπηρεσίες στελεχωμένες με προσωπικό έμπειρο, αφοσιωμένο, έτοιμο να παρέμβει με χειρισμούς κατάλληλους, με μέσα απλά, με μεράκι περίσσιο, χωρίς να επαναπαύεται σε ένα γραφείο, περιμένοντας μεγάλα κονδύλια και μεγάλες αποφάσεις.
Τη γνώση, την πείρα αυτή, δεν θα ήθελα να την πάρω μαζί μου. Ίσως κάποιοι την κρίνουν χρήσιμη και αξιοποιήσιμη.
Σπύρος Ντάφης