hortiatis570.gr


A+ A A-

Η φετινή πρωθυπουργική εμφάνιση στη ΔΕΘ μπορεί να υστέρησε σε οράματα και μεγαλόπνοους στόχους, έδωσε όμως μια εικόνα σύμβολο του τρόπου με τον οποίο κυβερνιόμαστε.

ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΠΙΣΤΗ, ΠΟΥ ΔΕΝ ΛΥΓΙΣΕ

Μπροστά στις κάμερες ένας μακρυμάλλης πλησιάζει ασεβώς τον πρωθυπουργό. Ο Αλέξης Τσίπρας, με αυταρέσκεια άρτι ενθρονισμένου Λουδοβίκου, ατάραχος κοιτά στο υπερπέραν και περιμένει τους μπράβους να μαζέψουν τον θρασύ παρείσακτο. Τον κρατά μονωμένο από κάθε ασχήμια η αστραφτερή νοερή ερμίνα που τον περιβάλλει, στη θέση της πάντοτε απούσας και οπωσδήποτε μίζερης γραβάτας. Χιλιάδες αστυνομικοί τον προστατεύουν από τις εκδηλώσεις λατρείας των υπηκόων, ενώ και το Αιγαίο τον φυλά απ’ τη φωτιά που ρημάζει την ίδια ώρα ένα νησί κάπου στ’ ανατολικά, γιατί βέβαια δεν θα την σβήσουν οι ελάχιστοι πυροσβέστες που βρίσκονται επί τόπου. Είναι πρωθυπουργός ελέω Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή το αμέσως καλύτερο μετά το ελέω Θεού. Πρώτη ασπίδα προστασίας όμως είναι το brand name. Είναι επικεφαλής του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς, του κόμματος που νοιάζεται για το λαό της ναρκομπανανίας και ψηφίζεται από αυτόν. Του μεγάλου αριστερού κόμματος.

Κάποιοι δεινόσαυροι που κατοικούν στην ίδια χώρα ρωτούν ωστόσο: είναι ακόμη ο ΣΥΡΙΖΑ αριστερά; Φυσικά και οι ίδιοι παραδέχονται ότι πολλοί οπαδοί και ψηφοφόροι του είναι, αλλά διαμαρτύρονται πως η πλέμπα παίζει έμμεσο μόνο και μικρό ρόλο στη διαμόρφωση της κομματικής πολιτικής. Η ηγεσία και ο μηχανισμός πάντως επαναλαμβάνουν όταν αγορεύουν στα λαϊκά ακροατήρια, μερικές φορές και στον ίδιο τους τον εαυτό αν βρίσκονται μακριά από καθρέφτες, πως είναι αριστεροί.

Μα αν δεν είναι αριστερά ο ΣΥΡΙΖΑ, ρωτούν άλλοι κακόβουλοι, τότε τι είναι; Ίσως μόρφωμα δίχως σαφή πολιτική ουσία, που χτες κινιόταν αριστερά, σήμερα ξέφυγε δεξιά, κι ενδεχομένως αύριο θα στραφεί ξανά στα αριστερά; Πρέπει οπωσδήποτε να του προσδώσουμε έναν συγκεκριμένο πολιτικό χαρακτήρα; Έχει πολιτική ουσία με τις έννοιες μιας βαθύτερης λογικής των επιλογών του, δεδομένων κοινωνικών αναφορών, θεμελιώδους ταυτότητας, πάγιας συμπεριφοράς, χαρακτηριστικού ύφους του; Και αν ναι, τότε ποιά είναι αυτή η ουσία;

Η παραμερισμένη συζήτηση

Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συμφέρον να πείσει ότι είναι πράγματι αριστερά, η μόνη αυθεντική, ρεαλιστική, προσγειωμένη και αποτελεσματική αριστερά. Μόνον αν κρίνει ότι κρατά τα μεσοστρώματα, ή αν δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, θα εγκαταλείψει επιδεικτικά το «αριστεροχώρι» διεκδικώντας άλλη ταυτότητα. Η δεξιά επείγεται εξίσου να πείσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αριστερά, ελπίζοντας ότι η κυβέρνησή του σύντομα θα κάνει τη λέξη αυτή μπαμπούλα για τις μάζες, βρισιά και λοιδορία. Το ΚΚΕ βολεύεται να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ αριστερά για να επικυρώσει τη θέση πως οι αγνοί κομμουνιστές δεν συνεργάζονται μαζί της. Κάποιοι αναρχικοί επειδή δικαιώνονται και αυτοί στην άποψή τους πως αριστερά και δεξιά συγκλίνουν, και μόνη εναλλακτική είναι η αναρχία. Οι ολιγάρχες, οι τραπεζίτες και οι εφοπλιστές, που με αυτόν στην κυβέρνηση αρπάζουν όσα δεν έλπιζαν άλλοτε ν’ αρπάξουν, επειδή προτιμούν να μη χρεώσουν το γλέντι τους στη δεξιά. Οι συστημικοί διανοούμενοι υποστηρικτές του γιατί είναι ωραίο να είσαι και συστημικός και αριστερός. Οι χιτλερικοί γιατί βγάζοντας την αριστερά συστημική μένουν οι ίδιοι οι μόνοι αντισυστημικοί. Η συζήτηση για τη σχέση Αριστεράς και ΣΥΡΙΖΑ είναι ορφανή και πολιτικά ανεπιθύμητη. Επιπλέον δεν αποτελεί ουδέτερο πεδίο ακαδημαϊκής έρευνας, αλλά στοιχείο της πράξης, μήτρα πολιτικών επιλογών. Αν το κυβερνητικό κόμμα είναι κατά κάποιον τρόπο αριστερό –μια παραστρατημένη «μεταρρυθμιστική αριστερά», ένα «σοσιαλφιλελεύθερο» μόρφωμα– τότε δικαιολογημένα ελπίζει κανείς ότι ίσως αύριο ή μεθαύριο, όταν η κοινωνία φτάσει σε σημείο βρασμού ή όταν το εγκαταλείψουν οι διεθνείς του πάτρωνες, θα ξαναβρεί τον σωστό δρόμο. Θα δικαιωθούν τότε όλοι εκείνοι που σήμερα βεβαιώνουν δακρυσμένοι ότι κάνουν το καλύτερο δυνατό μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες, και μόλις οι αντικειμενικές συνθήκες το επιτρέψουν η χώρα θ’ ανοίξει πανιά προς τον σοσιαλισμό, ή τουλάχιστον προς τη σοσιαλδημοκρατία του 21ου αιώνα. Υπάρχουν εντούτοις και βαθύτεροι, διανοητικής τάξης, λόγοι. Συχνά δεν έχουμε αναλυτικά εργαλεία για να σκεφτούμε το πώς πέρασαν στην άλλη όχθη άνθρωποι που ως χτες εκτιμούσαμε, από αγνοί αγωνιστές του δρόμου ως πανεπιστημιακοί κήρυκες του ντούρου μαρξισμού και του ενσαρκωμένου στο ευρώ αληθινού διεθνισμού. Αναζητούμε ιδεολογικούς λόγους για τέτοιες επιλογές, που κυμαίνονται από παραναγνώσεις του Γκράμσι ως την πεποίθηση πως τα κάποτε περίφημα αλλά ήδη ξεχασμένα ευρωομόλογα μπορούν και πρέπει να υπάρξουν. Είναι όμως αυτοί οι λόγοι οι σημαντικότεροι; Η ιδέα της προδοσίας, ότι απατεώνες έτοιμοι για όλα θυσιάζουν τους πάντες για να πιάσουν την καλή, μας είναι ανάθεμα επειδή υπονομεύει την πίστη στην κανονικότητα και την προβλεψιμότητα του κόσμου. Η ιδέα ότι ένας πολιτικός μηχανισμός μπορεί να εκτοξευτεί στο άλλο άκρο του φάσματος σβήνει τις ίδιες τις συντεταγμένες της πολιτικής δράσης. Ωστόσο η ανθρώπινη αυτενέργεια επιτρέπει και το ενδεχόμενο της προδοσίας. Πώς αρνούνται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε στη δεξιά, ίσως και στη νεοφιλελεύθερη άκρα δεξιά, οι ίδιοι που πίστεψαν ότι οι Ανεξάρτητοι Έλληνες θα εφάρμοζαν αριστερή πολιτική; Οι απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα δεν δίνονται ποτέ από έναν αποστασιοποιημένο ή ουδέτερο ορθό λόγο. Αντίθετα είναι βαρυφορτωμένες με συναίσθημα, κάποτε και με πάθος, και κρίσιμες για την προσωπική αυτοεκτίμηση πολλών.

Λόγια και πράξεις

Είκοσι μήνες κυβέρνησης επιτρέπουν ένα πολιτικό σχέδιο να κριθεί με βάση τις πράξεις. Τα δεδομένα που δείχνουν ότι αυτό που μας κυβερνά δεν είναι Αριστερά είναι πολλά, ίσως όλα όσα έκανε η κυβέρνηση. Και τούτο με βάση όχι γκρίνιες κακεντρεχών «αριστεριστών», αλλά με μέτρα και σταθμά που επικαλούνταν προηγουμένως ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ. Πριν τα υπερμνημόνια είχαμε το σκίσιμο των μνημονίων, πριν από τις αλλεπάλληλες εκατόμβες το «καμιά θυσία για το ευρώ», πριν από τη διάλυση της Επιτροπής Αλήθειας είχαμε τη μερική αμφισβήτηση του χρέους (στα λόγια), πριν από τη θεσμοποίηση της εργασιακής ζούγκλας τον φιλεργατισμό, πριν από την πλήρη διάλυση το κοινωνικό κράτος, πριν από το προσκύνημα στο Κόμο την επίσκεψη στην Αργεντινή. Από την ελεύθερη ΕΡΤ πήγαμε στην πανηγυρική νομιμοποίηση των καναλαρχών, από το Σώστε τις Σκουριές στο Σώστε την Ελντοράντο, από την αλληλεγγύη στους πρόσφυγες στην καταστολή των αλληλέγγυων. Και τόσα άλλα. Αν υπάρχει κάποιο πεδίο στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έφτυσε τις ίδιες του τις εξαγγελίες, μου διαφεύγει. Ίσως να μην ήταν αριστερά ούτε τότε ούτε τώρα, αλλά είναι λογικά αδύνατο να ήταν αριστερά και τότε και τώρα. Οι λέξεις, ακόμη και η λέξη «αριστερά», δεν ξεχειλώνουν επ’ άπειρον. Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, επιμένοντας πως είναι αριστερά, προβάλλει ιμπρεσιονιστικά επιχειρήματα, όχι συγκροτημένες θεωρίες, για να δικαιολογήσει την άβυσσο που χωρίζει αυτά που κάνει απ’ όσα υποσχόταν. Διευκολύνονται από την απουσία συζήτησης, αλλά δεν αντέχουν στον έλεγχο της πραγματικότητας. Το επιχείρημα ότι δήθεν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ευαίσθητη αριστερή ψυχή αλλά αναγκαστικά προσαρμόζει την πολιτική του σε δυσμενείς εθνικούς κι ευρωπαϊκούς συσχετισμούς δυνάμεων προσκρούει στο ότι όλο τον καιρό που κυβερνά δεν έκανε πολλά για ν’ αλλάξει αυτούς τους συσχετισμούς προς όφελος των αδύναμων, και αντιθέτως με κάθε τρόπο ενίσχυσε τον εχθρό. Οι επιλογές του σε κάθε πεδίο, από το χρέος και το εκλογικό σύστημα ως τα εργασιακά και το κοινωνικό κράτος, περνώντας από την αναδιάταξη των μέσων ενημέρωσης και την αντιμετώπιση των ναζιστών, ήταν συστηματικά και συχνά ακραία υπέρ του κεφαλαίου και κατεξοχήν υπέρ των ολιγαρχών. Το επιχείρημα ότι δήθεν ήθελε φιλολαϊκή οικονομική πολιτική διαψεύδεται από το ότι ακόμη και τον καιρό του εύκολου ριζοσπαστισμού το οικονομικό του επιτελείο επένδυε σε εταιρείες που κερδοσκοπούν στο δημόσιο χρέος και χρηματοδοτούν την Ελντοράντο. Το επιχείρημα ότι, έστω κι αν δεν εφαρμόσει τις μαξιμαλιστικές του εξαγγελίες (ακριβέστερα τον αναιμικό κεϋνσιανισμό του Προγράμματος της Θεσσαλονίκης) πάντως θα προωθήσει εφικτές μεταρρυθμίσεις, σκοντάφτει στο γεγονός ότι είκοσι μήνες διακυβέρνησης καμιά τέτοια μεταρρύθμιση δεν γέννησαν. Αποδείχθηκε στην πράξη πως τέτοιες μεταρρυθμίσεις δεν χωρούν μέσα στα πλαίσια της ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κι επομένως η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, όπως εξαρχής τόνιζαν δυνάμεις στα αριστερά του, δεν είχε ελπίδες επιτυχίας. Ή, το πιθανότερο, ήταν ανέκαθεν φραστικό προπέτασμα καπνού, ανέξοδο ευχολόγιο, απάτη. Το επιχείρημα ότι δήθεν ο ΣΥΡΙΖΑ στηρίζει τα δικαιώματα και πάντως με θεσμικές τομές ενισχύει τους αδύναμους κάηκε από την αχρείαστη απανθρωπιά με την οποία μεταχειρίζεται τους πρόσφυγες και όλους όσους τους βοηθούν. Και από αναρίθμητες άλλες επιλογές του. Το επιχείρημα ότι δήθεν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι καλύτερος ή πάντως διαφορετικός από τους «άλλους» δεν στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα και λογικά είναι ανυπόστατο. Κάθε βασανιστής, δήμιος ή μαφιόζος μπορεί να λέει ότι ο διπλανός βασανίζει πιο σαδιστικά. Ο διπλανός δήμιος είναι πάντοτε πιο αιμοβόρος, ο διπλανός μαφιόζος πιο αδίστακτος. Τέτοια επιχειρήματα περνούν όσο επιβιώνει το δικαιολογημένο μίσος που είχαν προκαλέσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις, αλλά εξασθενούν καθημερινά. Εντέλει η νομιμοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ αξιοποιεί πολιτικά συναισθήματα μάλλον παρά λογικά επιχειρήματα. Τον φόβο μπροστά στην επιστροφή της παλιάς δεξιάς, την οποία ωστόσο ο ίδιος προετοιμάζει. Το ότι ο λαός της Αριστεράς, αναπολώντας παλιούς κοινούς αγώνες, έχει μικρές αξιώσεις από τις ηγεσίες του και τις καλομαθαίνει περισσότερο απ’ ό,τι η δεξιά τις δικές της. Δεν τους υπενθυμίζει τις ευθύνες τους, δεν δείχνει καν να δυσανασχετεί όταν τον δουλεύουν κατάμουτρα. Θυμάμαι σ’ ένα αντιρατσιστικό φεστιβάλ, στο Γουδί, τον Ε. Τσακαλώτο στο ταμείο του μπουφέ. Είχε διαλέξει ακριβώς τη θέση που υπογράμμιζε διακριτικά τη σεμνότητα, την ταπεινότητα, την εργατικότητά του και την έφεσή του στη χρηστή οικονομική διαχείριση. Κοίταζε την πελατεία στα μάτια και της χαμογελούσε δειλά. Οι χιλιάδες που του ανταπέδωσαν το χαμόγελο δεν είχαν την αγένεια να τον ρωτήσουν για το μισό εκατομμύριο που κρατούσε επενδυμένο σε καπιταλιστικές επιχειρήσεις διαβόητες για τις επιδόσεις τους στην καθημερινή παραγωγή ρατσισμού. Πολλοί γνώριζαν αυτήν τη λεπτομέρεια αλλά την απωθούσαν· προτιμούσαν να ψυχαναλύουν το χαμόγελό του, «είναι καλό παιδί», και να διαβάζουν τα βαθυστόχαστα μαρξιστικά εγκώμια του ευρώ. Λίγους μήνες αργότερα τον ψήφισαν.

ΣΥΡΙΖΑ: νεοφιλελεύθερη ακροδεξιά;

Εξίσου εύκολα ξεχνιούνται κάποιες δυσάρεστες πλευρές της ιστορικής εμπειρίας. Για να είσαι Αριστερά, δεν αρκεί να επαγγέλλεσαι ή και να πραγματοποιείς φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις. Χρειάζεται να επιδιώκεις ουσιαστικά και συστηματικά την ισότητα και την απελευθέρωση. Αν είναι αριστερός ο Τσίπρας που λέει ότι η «αγορά αυτορυθμίζεται», τότε μήπως ήταν αριστεριστής ο Βίσμαρκ, που κήρυσσε τον κρατικό παρεμβατισμό και έχτισε πριν από εκατόν τριάντα χρόνια το κοινωνικό κράτος στη Γερμανία; Αν ο Τσίπρας και οι κάποι του παραμένουν αριστεροί, τότε γιατί να μην είναι αριστεροί ο Πούτιν και η δική του παρέα, που και κείνοι είχαν αποστηθίσει τον ίδιο μαρξισμό μικροί –και στο κάτω κάτω κάνουν και αντίσταση στον ιμπεριαλισμό; Ο λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει περάσει στη νεοφιλελεύθερη άκρα δεξιά είναι απλός και μπορεί να τον κατανοήσει ο καθένας. Ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνά και θέλει να κυβερνήσει με τη στήριξη των ευρωπαίων και αμερικανών επικυρίαρχων, μέσα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ευρωζώνης και του ΝΑΤΟ. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο δεν χωρά εναλλακτική πολιτική. Οι ουσιαστικές επιλογές γίνονται αλλού και από άλλους, κι επιβάλλονται με ιμάντα μεταβίβασης τα μνημόνια κι εκτελεστικά όργανα τις κυβερνήσεις που ποδηγετούν, έστω και με αντιστάσεις, κράτος και κομματικούς μηχανισμούς. Η μόνη αποδεκτή πολιτική στο πλαίσιο αυτό είναι η απαλλοτριωτική συσσώρευση, η αρπαγή του κοινωνικού πλούτου από το μεγάλο κεφάλαιο και η κλιμάκωση της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης των υπόλοιπων. Πολιτική μη συμβατή με δημοκρατικά δικαιώματα ή με αναδιανομή υπέρ των αδύναμων. Πολιτική που εντείνει την κοινωνική πόλωση και φτιάχνει μια κόλαση για τους πολλούς. Πολιτική που απαιτεί δαιμονοποίηση και καταστροφή των πιο αδύναμων. Ο ΣΥΡΙΖΑ συμφώνησε ν’ ασκήσει αυτή την ακραία δεξιά πολιτική και δεν έχει περιθώρια να εφαρμόσει καμιά άλλη. Για να κυβερνήσει μεταπήδησε μέσα σε μερικούς μήνες από τη μεταρρυθμιστική αριστερά στην άκρα δεξιά, με πρωτοβουλία της ηγεσίας του κι εκπαραθυρώνοντας όσους αρνήθηκαν να προσαρμοστούν. Τούτη η πικρή πραγματικότητα αποτυπώνεται ολοένα πιο καθαρά στις πράξεις και τις παραλείψεις του. Δεν κατευνάζει απλώς τους ολιγάρχες, αλλά εδραιώνει με κάθε τρόπο την κυριαρχία τους. Μεσολαβώντας τη συμμαχία τους με το μεγάλο κεφάλαιο και με επιλεγμένες ομάδες των μεσοστρωμάτων. Χτυπώντας τους μικρούς και ναρκώνοντας με υποσχέσεις όσα μπορεί περισσότερα θύματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ανήκει πλέον στη μεταρρυθμιστική αριστερά ή στη σοσιαλδημοκρατία, γιατί δεν έχει περιθώρια μεταρρυθμίσεων ούτε παροχών. Στήνει σκληρό κομματικό μηχανισμό όχι με κοινωνικούς αγώνες αλλά με ατομικές εξαγορές. Δεν είναι μετριοπαθής δεξιά, η οποία στηρίζει το κεφάλαιο προωθώντας ταξικούς συμβιβασμούς μέσα στο χαλαρωτικό πλαίσιο ενός κράτους δικαίου, γιατί έχει ελάχιστα περιθώρια ταξικών συμβιβασμών και στα σημαντικά ζητήματα δεν υπάρχει πλέον κράτος δικαίου. Πέρασε στην άκρα δεξιά αφότου άρχισε να προωθεί συστηματικά μια πολιτική μεταβίβασης πόρων κι εξουσίας από τους αδύναμους στους δυνατούς, από τους πολλούς στους λίγους. Πρόκειται για το αντίθετο της αριστερής πολιτικής που, μεταφέροντας πόρους κι εξουσία από τους ισχυρούς στους αδύναμους και από τους λίγους στους πολλούς, προάγει την ισότητα και την απελευθέρωση. Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ σε όλα τα μέτωπα, από το λιμάνι του Πειραιά ως το Ελληνικό και από τις Σκουριές ως την Ειδομένη και τη Λέρο, βαθαίνει την εκμετάλλευση και εντείνει την καταπίεση των αδύναμων από τους ισχυρούς. Δεν είναι υποχρεωτικός ελιγμός ή προσωρινό παραστράτημα αλλά αδίστακτη ιδιοτέλεια, με συνέπειες που καθημερινά γίνονται πιο αφόρητες και ανεπίστρεπτες. Δυναμώνει τον εχθρό, και αυτός είναι ο σκοπός της. Καιρός να ξυπνήσουμε. Ο Τσίπρας έχει ήδη κάνει επιλογές που άλλοι ακροδεξιοί απέφυγαν. Δεν μας έμπλεξε για την ώρα σε κανέναν πόλεμο, αλλά νομιμοποιεί πλευρές της πολιτικής της δεξιάς, όπου δεν είχε πατήσει πόδι ο Βίσμαρκ, για παράδειγμα διαλύοντας τα εργατικά δικαιώματα και το κοινωνικό κράτος. Δεν πακτώνει τον κοινωνικό συντηρητισμό στο εσωτερικό όπως ο Πούτιν, αλλά και δεν χάνει ευκαιρία να στηρίξει τους πιο εγκληματικούς τυχοδιωκτισμούς του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αφήνει τους τραπεζίτες πιο ασύδοτους απ’ ό,τι ο φανατικός ακροδεξιός Όρμπαν στην Ουγγαρία. Αποδείχτηκε πιο αντιδημοκράτης από τη Θάτσερ, που εκλεγόταν ως δεξιά και δεν έκρυβε τα απάνθρωπα προγράμματα της. Το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προσχώρησε στο στρατόπεδο των ολιγαρχών, των εφοπλιστών και των τραπεζιτών που εκτείνεται μέχρι τη Χρυσή Αυγή, κι εφαρμόζει το πρόγραμμα απαλλοτριωτικής συσσώρευσης που εξαπέλυσε εναντίον μας η Τρόικα, δεν σημαίνει ότι ταυτίζεται σε όλα μαζί τους. Κάθε κόμμα πολεμά από το μετερίζι του. Διαφέρουν στις λεπτομέρειες, και μερικές φορές οι λεπτομέρειες είναι σημαντικές. Η διαπίστωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαταστάθηκε πλέον στην άκρα νεοφιλελεύθερη δεξιά και ότι ο Τσίπρας έχει γίνει ακροδεξιός δημαγωγός δεν σημαίνει πως τον ταυτίζουμε με τον Μιχαλολιάκο και τον Μητσοτάκη. Απλώς αναγνωρίζουμε την πραγματικότητα: ότι δυστυχώς στα ουσιαστικά ζητήματα, από το χρέος και το ευρώ ως τη συνέχεια του κράτους, το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, όλοι αυτοί ομονοούν. Αλλά και οι συγκρούσεις για τη λεία δεν λείπουν. Χρώμα του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι το ροζ αλλά το φαιό. Ροζ φαίνεται μόνο σ’ όσους ναρκομανείς της ελπίδας φοράνε από μόνοι τους τα ροζ γυαλιά που φτιάχνουν με τέχνη και μεράκι οι ειδικοί της επικοινωνίας. Είναι ζήτημα αυτοσεβασμού να τα βγάλουμε. Κι επιβίωσης. Δεν σώζεσαι φορώντας ροζ γυαλιά μέσα στη ζούγκλα του Μεντεγίν.

Δημοσιεύθηκε στην κατηγορία Κύρια

Έναν αιώνα πριν, ο Lenin προβλέπει με ακρίβεια τον ουτοπικό και αντιδραστικό χαρακτήρα της ευρωπαϊκής ένωσης

 
 
Οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης στις συνθήκες του καπιταλισμού θα ισοδυναμούσαν με συμφωνία για το μοίρασμα των αποικιών. Στον καπιταλισμό, όμως, δεν μπορεί να υπάρξει άλλη βάση, άλλη αρχή μοιρασιάς, εκτός από τη δύναμη. 
Ο δισεκατομμυριούχος δεν μπορεί να μοιράσει με οποιονδήποτε άλλο το “εθνικό εισόδημα” μιας καπιταλιστικής χώρας παρά μόνο “ανάλογα με το κεφάλαιο” (κι ακόμη πρέπει να προσθέσουμε ότι το μεγαλύτερο κεφάλαιο θα πάρει περισσότερα απ’ όσα του αναλογούν).
Καπιταλισμός σημαίνει ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και αναρχία στην παραγωγή. Το να κηρύσσει κανείς μια “δίκαιη” μοιρασιά του εισοδήματος σε μια τέτοια βάση είναι προυντονισμός, στενοκεφαλιά μικροαστού και φιλισταίου… Στις συνθήκες του καπιταλισμού είναι αδύνατη μια ισόμερη οικονομική ανάπτυξη των διαφόρων οικονομιών και των διαφόρων κρατών. Στις συνθήκες του καπιταλισμού δεν μπορεί να υπάρχουν άλλα μέσα για την αποκατάσταση από καιρό σε καιρό της παραβιασμένης ισορροπίας, εκτός από τις βιομηχανικές κρίσεις και τους πολέμους. Φυσικά, είναι δυνατές προσωρινές συμφωνίες ανάμεσα σε καπιταλιστές και ανάμεσα σε κράτη. Μ’ αυτή την έννοια, μπορεί να δημιουργηθούν και οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης σαν συμφωνία των Ευρωπαίων καπιταλιστών. Με ποιο σκοπό; Μόνο με το σκοπό να πνίξουν από κοινού τον σοσιαλισμό στην Ευρώπη και να περιφρουρήσουν από κοινού τις ληστεμένες αποικίες ενάντια στην Ιαπωνία και την Αμερική. Οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης μέσα σε καπιταλιστικό καθεστώς είναι είτε απραγματοποίητες είτε αντιδραστικές.
εφημερίδα «Σοτσιαλντεμοκράτ», 23.8.1915
(πηγή: indexanthi.gr)
Δημοσιεύθηκε στην κατηγορία Σημαντικά Άρθρα

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ-ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ
 
Η εικοσιτετράωρη απεργία που αποφάσισε το Διασωματειακό των Ενώσεων Τύπου και ΜΜΕ, το Σάββατο 10/9, αμαυρώθηκε από την τηλεοπτική κάλυψη των εγκαινίων της 81ης ΔΕΘ από την ΕΡΤ3.  Η Κ. Μάλαμα (Διεύθυνση Προγράμματος) και ο Χ. Γιαννούλης (Διεύθυνση Ενημέρωσης) πιστοί στην αντίληψη της διοίκησης της ΕΡΤ, ότι η δημόσια ραδιοτηλεόραση πρέπει να αποτελεί την αιχμή του δόρατος για την κάλυψη των αναγκών της κυβερνητικής προπαγάνδας, σχεδίασαν και υλοποίησαν τα απεργοσπαστικά τους σχέδια με χειρουργική ακρίβεια. Eίχαν προνοήσει ακόμα και για να εμποδίσουν τη συνδικαλιστική ηγεσία της ΠΟΣΠΕΡΤ να παραβρεθεί στην αίθουσα της Ροής Προγράμματος, ώστε να ζητηθούν εξηγήσεις για την παράτυπη αυτή πράξη. Την ονομάζουμε παράτυπη γιατί η συμφωνία της ΠΟΣΠΕΡΤ με την Διοίκηση της ΕΡΤ, ήταν να μεταδοθούν δύο απεργιακά δελτία των 20 λεπτών και τίποτε άλλο. Παράλληλα είχαν δρομολογήσει και τη διαδικασία υλοποίησης έκτακτης απεργοσπαστικής πολιτικής εκπομπής την οποία απέσυραν μετά το «εκρηκτικό» κλίμα που με τις πράξεις τους δημιούργησαν.
Να σημειώσουμε ότι την ίδια στιγμή αστυνομικές δυνάμεις έσφιξαν τον κλοιό γύρω από το κτήριο της ΕΡΤ3 μην επιτρέποντας την είσοδο ΟΥΤΕ ΣΕ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ,  ενώ συγχρόνως αστυνομικοί με πολιτικά κυκλοφορούσαν στους χώρους εργασίας.
Άσχετα με το αν συμφωνεί ή όχι κάποιος με την απεργία, ή με την ημέρα που διεξάγεται, το σπάσιμό της μειώνει τη δύναμη των εργαζόμενων. Η απεργοσπασία είναι πράξη ενάντια στα συμφέροντα και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Πόσο μάλλον που η συγκεκριμένη απεργία είχε το χαρακτήρα εκδήλωσης έμπρακτης αλληλεγγύης των εργαζόμενων της ΕΡΤ, προς τους συναδέλφους τους στα ιδιωτικά κανάλια που κινδυνεύουν να βρεθούν άνεργοι.
 
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ ΕΝΑΓΚΑΛΙΣΜΟ ΤΗΣ  ΕΡΤ
 
ΕΡΤ  ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ
 
 
 
12/09/2016
ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΡΤ3


Δημοσιεύθηκε στην κατηγορία Κύρια

Η επανάσταση δεν είναι ουτοπία

Η επέτειος της μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης δεν πρέπει να δίνει λαβή για μια ιδεαλιστική στάση. Για μια στάση, δηλαδή, αναπόλησης και φόρου τιμής στη χαμένη Άνοιξη ή σε μια θεοποιημένη (αλά Φόιερμπαχ) ψυχική ανάγκη για μια μεσαιωνική κοινωνία ως υπέρβαση της σύγχρονης αθλιότητας.

Αυτές οι στάσεις, οικείες ιδίως σε περιόδους ιστορικής αναδίπλωσης του κινήματος, συνάδουν με τη στάση φανατικών ή ρομαντικών που κατασκευάζουν με τις ιδέες τους έναν ιδανικό κόσμο και αναμένουν, όπως οι χιλιαστές, την έλευσή του.

Απεναντίας όμως ο κομμουνισμός, ανεξάρτητα απ’ την κατά καιρούς απήχησή του, δεν είναι κυρίως παράγωγο ιδεών (ουτοπικός σοσιαλισμός) αλλά κίνημα που καταργεί την υπάρχουσα (καπιταλιστική) τάξη πραγμάτων. Και δεν πρέπει να υποχωρούμε στην κυρίαρχη ιδεολογία που θριαμβολογεί και διακηρύσσει το τέλος της ιστορίας μετά την ήττα του «υπαρκτού σοσιαλισμού», αλλά και της Αριστεράς στη Δύση, λοιδορώντας την κομμουνιστική θεωρία και προοπτική ως ουτοπική και αποδεδειγμένα δυστοπική εμμονή κάποιων ιδεοληπτικών.

Στην πραγματικότητα, το φάντασμα του κομμουνισμού δεν έχει πάψει να πλανιέται πάνω απ’ τον καπιταλιστικό κόσμο. Γι’ αυτό οι ιεροκήρυκές του δεν παύουν να το εξορκίζουν και να το πολεμούν. Πραγματική τιμή και δημιουργική αξιοποίηση της κοσμοϊστορικής Οκτωβριανής Επανάστασης αλλά και των επαναστάσεων και εξεγέρσεων του μέχρι και σήμερα αδιάλειπτα κλονίζουν το οικοδόμημα του καπιταλισμού είναι η σύγχρονη τεκμηρίωση της επικαιρότητας και της κατ’ εξοχήν αναγκαιότητας της επανάστασης στις συνθήκες του άκρως αντιδραστικού ολοκληρωτικού καπιταλισμού, αλλά και η ασίγαστη πάλη για τη δημιουργία των υποκειμενικών προϋποθέσεων για την πραγματοποίησή της. Ακόμη και από καλοπροαίρετες φωνές μπορεί να θεωρείται πολυτέλεια ή και προφανής ουτοπία η επικαιρότητα – αναγκαιότητα της επαναστατικής ανατροπής, αλλά και της αντικαπιταλιστικής μεταβατικής πρότασης που την προπαρασκευάζει, στις συνθήκες του ολοκληρωτικού καπιταλισμού των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων της ΕΕ. Στις συνθήκες των μνημονίων και των πολιτικών πραξικοπημάτων, όπως στην Πορτογαλία με τη μη ανάθεση της κυβερνητικής εντολής στην πλειοψηφούσα Αριστερά αλλά και τη συνένοχη ανατροπή από ΕΕ και ΣΥΡΙΖΑ του δημοψηφισματικού ΟΧΙ.

Τίθεται όμως το ευλογοφανές ερώτημα για τη ρεαλιστικότητα της αντικαπιταλιστικής μεταβατικής πρότασης και της συνδεδεμένης μ’ αυτήν αντικαπιταλιστικής επανάστασης σ’ έναν εθνικό και διεθνή χώρο (ΕΕ), που απορρίπτει την εφαρμογή και ενός ήπιου σοσιαλφιλελεύθερου προγράμματος τύπου ΔΕΘ. Πρόκειται για μια εξελικτική και ηττοπαθή αντίληψη που εσφαλμένα υποθέτει ότι στην έξαρση της αντιδραστικότητας του ταξικού εχθρού αντιστοιχεί η ύφεση του κινήματος προς αποφυγή συντριπτικής ήττας. Είναι όμως προφανές ότι μια τέτοια αντιδραστικοποίηση αντιμετωπίζεται μόνο με μιαν αντίστοιχη συγκέντρωση, ποσοτική, ποιοτική, δυνάμεων και δράσης του κινήματος. Ο κίνδυνος μιας τέτοιας στάσης είναι πρόδηλος και αποφεύξιμος: Μια προωθημένη σύγκρουση χωρίς τον απαιτούμενο συσχετισμό δυνάμεων.

Ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός ανατρέπεται με επανάσταση

Επανάσταση είναι η ριζική ποιοτική ανατροπή στη ζωή της κοινωνίας, που γενικά χαρακτηρίζεται από την κατάργηση ενός ξεπερασμένου ιστορικά και την εγκαθίδρυση ενός ανώτερου οικονομικού κοινωνικού σχηματισμού και απ’ το πέρασμα της πολιτικής εξουσίας στα χέρια μιας ανώτερης οικονομικά και κοινωνικά τάξης, που ηγεμονεύει στην επανάσταση. Υπάρχουν δύο είδη μετάβασης από ένα κατώτερο σ’ ένα ανώτερο κοινωνικό σύστημα. Η μετάβαση από ένα κατώτερο σ’ ένα ανώτερο εκμεταλλευτικό σύστημα, επειδή οι δύο βασικές αντιμαχόμενες τάξεις είναι εκμεταλλευτικές, πραγματοποιείται ήδη στους κόλπους του υπάρχοντος συστήματος και μπορεί να ολοκληρωθεί και να κυριαρχήσει καταλαμβάνοντας την κρατική εξουσία, χωρίς βία («επανάσταση κορυφών») ή με συνδυασμό βίαιων και μη βίαιων μορφών, με βία αλλά και συμβιβασμούς των δύο αντιμαχόμενων τάξεων. Ανέκδοτη ιστορικά μορφή μετάβασης από έναν εκμεταλλευτικό σ’ ένα μη εκμεταλλευτικό οικονομικό κοινωνικό σχηματισμό αποτελεί η σοσιαλιστική επανάσταση. Η κυρίαρχη εκμεταλλευτική τάξη αδυνατεί να παραιτηθεί εθελοντικά απ’ τα προνόμιά της και να συμβιβαστεί με τη σταδιακή εγκαθίδρυση στους κόλπους του νέου συστήματος, που την καταργεί ως τάξη. Απ’ τη μεριά της και η κυρίαρχη εργατική τάξη δεν μπορεί να συμβιβαστεί με την ιστορική ξεπερασμένη αστική τάξη, γιατί αυτός ο συμβιβασμός ακυρώνει την εγκαθίδρυση του σοσιαλιστικού σχηματισμού και επιτρέπει στα διάκενα μόνο του συστήματος ορισμένες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις.

Στη βάση αυτής της οριακής δυνατότητας του καπιταλιστικού συστήματος εκφύονται οι ποικιλώνυμοι ρεφορμισμοί. Το νέο λοιπόν μη εκμεταλλευτικό σύστημα, ο σοσιαλισμός, μπορεί να εγκαθιδρυθεί μόνο μετά την κατάκτηση της κρατικής εξουσίας απ’ την εργατική τάξη με βίαιο εξαναγκασμό, αφού η αστική τάξη αποκλείεται να εγκαταλείψει εθελοντικά την κυρίαρχη προνομιακή θέση της στην κοινωνία. Η ένοπλη μορφή του εξαναγκασμού εξαρτάται απ’ το αν η αστική τάξη θα επιχειρήσει με προσφυγή στη στρατιωτική βία να αποτρέψει την υλοποίηση της πολιτικής βούλησης της επαναστατημένης λαϊκής πλειοψηφίας.

Η αναγκαιότητα της επαναστατικής ανατροπής και αντικατάστασης της καπιταλιστικής εκμεταλλευτικής κοινωνίας απ’ την μη εκμεταλλευτική σοσιαλιστική κοινωνία γίνεται επιτακτικότερη και προφανέστερη στο στάδιο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, ακυρώνοντας τα περί ουτοπικού χαρακτήρα της επανάστασης, της εργατικής εξουσίας, του κομμουνισμού. Γιατί:

Πρώτο: Η εντεινόμενη διεθνοποίηση – κοινωνικοποίηση της παραγωγής και τα άλματα της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης, φαινόμενα απ’ τη φύση τους αντιφατικά με την ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής στον καπιταλισμό, οξύνουν την αντίφαση παραγωγικών δυνάμεων – παραγωγικών σχέσεων στον καπιταλισμό και τη μακρόχρονη δομική εγγενή κρίση του (κρίση υπερσυσσώρευσης – πτώση μέσου ποσοστού κέρδους).

Ο καπιταλισμός, για ν’ αντιμετωπίσει τα εγγενή και όχι συγκυριαρχικά προβλήματά του στρέφεται σε αντιδραστικές πάγιες αναδιαρθρώσεις: διαχρονική λιτότητα, κατεδάφιση του κράτους πρόνοιας, εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις ακόμη και των δημόσιων αγαθών, συνεχή και ποικιλόμορφη ελαστικοποίηση της εργασίας, ολιγόμηνα προγράμματα απασχόλησης ανέργων, υψηλά ποσοστά εφεδρικού στρατού ανεργίας, αύξηση του ποσοστού αποσπώμενης υπεραξίας, δυναμική επάνοδος στην απόλυτη υπεραξία, πρόκληση πολέμων και αναδιανομή σφαιρών επιρροής, στροφή σε νέες δραστηριότητες, συγκρότηση πανίσχυρων ολοκληρώσεων, που καθιστούν ασύδοτα τα πολυεθνικά μονοπώλια και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο.

Παράλληλα, η ιστορική κρίση του 2008 με αυξομειώσεις συνεχίζεται εξαθλιώνοντας τις μάζες, ακόμη και στις προηγμένες κοινωνίες και ιδιαίτερα τους νέους, παρά το ανώτερο επίπεδο επιστημονικής κατάρτισης που κατακτούν. Ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός έχει κηρύξει έκπτωτο και τον ήπιο κεϊνσιανισμό, απολυτοποιώντας τη νεοφιλελεύθερη διαχείριση. Παράλληλα, για να καταστείλει τις υπαρκτές ή κυοφορούμενες λαϊκές αντιδράσεις και εξεγέρσεις οικοδομεί το ολοκληρωτικό κράτος έκτακτης ανάγκης, με σαφή υποβάθμιση της νομοθετικής εξουσίας, θωράκισή του με εκτεταμένη και πολύμορφη καταστολή, συγκρότηση ενός «μονοκομματικού» πολιτικού συστήματος με κόμματα – συνιστώσες, περιορίζοντας ασφυκτικά τα όρια για εναλλακτική δυνατότητα. Χτίζεται μια οργουελική κοινωνία, που επιχειρεί να θέσει εκποδών ή να δυσφημίσει «απειλητικούς» όρους – έννοιες: επανάσταση, δικτατορία του προλεταριάτου, κομμουνισμός. Οι υποτελείς τάξεις ασφυκτιούν σ’ αυτήν κατάσταση. Αποδοκιμάζουν το κρατούν καθεστώς στη μεγάλη πλειοψηφία τους, αναζητούν εναγώνια εναλλακτικές λύσεις, παρασύρονται απ’ τα κηρύγματα πολιτικών απατεώνων, που κατά καιρούς προωθεί η άρχουσα τάξη στο πολιτικό προσκήνιο, απογοητεύονται, βυθίζονται στην παραίτηση απ’ τα πολιτικά δρώμενα (ενδεικτική η θηριώδης αποχή απ’ τις εκλογές) ή στρέφονται σε απέλπιδες επιλογές, όπως η ακροδεξιά βαρβαρότητα.

Αντικειμενική και συνολική λύση της οξυνόμενης αντίφασης αναγκών, προσδοκιών, ικανοτήτων της τεράστιας κοινωνικής πλειοψηφίας και της άθλιας διαχείρισης του υλικού και επιστημονικού πλούτου απ’ την κεφαλαιοκρατική τάξη μπορεί ν’ αποτελέσει μόνον η κομμουνιστική κοινωνία. Γιατί μόνον η κομμουνιστική κοινωνία αίρει εν τοις πράγμασι την αντίφαση κοινωνικοποιημένων παραγωγικών δυνάμεων και ιδιωτικής καπιταλιστικής ιδιοποίησης, εναρμονίζοντας τα κοινωνικά μέσα παραγωγής με την κοινωνική (κομμουνιστική) ιδιοκτησία και διαχείρισή τους.

Αυτή η κοσμοϊστορική όντως αλλαγή, αφού δεν συνίσταται απλώς στην αντικατάσταση ενός εκμεταλλευτικού από έναν μη εκμεταλλευτικό κοινωνικό σχηματισμό, αλλά ταυτόχρονα στην εξάλειψη εν γένει των κοινωνιών εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο επαληθεύει πλήρως την αναγκαιότητα της επανάστασης για την αφαίρεση του παραγωγικού δυναμικού και του μηχανισμού εξουσίας απ’ τα χέρια της πανίσχυρης και αντιδραστικότατης στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό κεφαλαιοκρατίας.

Η υπερωρίμανση αυτή των υλικών όρων ανατροπής του ολοκληρωτικού καπιταλισμού απέχει πολύ απ’ την αντίστοιχη ωρίμανση των υποκειμενικών όρων της επανάστασης. Το κοινωνικοπολιτικό ρεύμα που παρατάσσεται υπέρ του κομμουνισμού και εναντίον της αστικής τάξης στη σύγχρονη συγκυρία είναι σαφώς μειοψηφικό αλλά και διασπασμένο. Η επαναστατική εργατική συνείδηση δεν αναπτύσσεται αυθόρμητα, όπως η τραίιντ γιουνιστική, κατά Λένιν, συνείδηση. Η δυναμική όμως ενεργοποίηση των κομμουνιστικών πρωτοποριών και η κατά το δυνατόν ενοποιημένη δράση τους μπορεί να αποδώσει πολλαπλάσιους καρπούς βοηθούμενη απ’ την υπερωρίμανση των αντικειμενικών όρων της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Η εργατική τάξη, ηγεμονική δύναμη στην επανάσταση λόγω της αντικειμενικής θέσης της στην οικονομία και συμμαχώντας με όλες τις εργαζόμενες τάξεις και στρώματα, κατακτά την πολιτική εξουσία, συντρίβει τον αστικό κρατικό μηχανισμό και εγκαθιδρύει τη δικτατορία του προλεταριάτου, που είναι η σημαντικότερη προϋπόθεση για την ολοκλήρωση της νίκης της επανάστασης και ταυτόχρονα το όργανο για την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας. Η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας δεν είναι, όπως πιστεύεται συχνά, το τέλος αλλά η απαρχή της επανάστασης, της οποίας κύριο έργο μετά την πολιτική επικράτησή της καθίσταται η πολιτική, οικονομική και κοινωνική συγκρότηση, της νέας μεταβατικής κοινωνίας μέχρι τη μετεξέλιξή της στην κομμουνιστική κοινωνία. Δηλαδή, η σταδιακή απονέκρωση του κράτους, η ολοκληρωτική κυριαρχία της σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας και του σοσιαλιστικού παγκοινωνικού σχεδιασμού, και η κατάργηση των κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων στην κατώτερη και ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας.

Ισχύει επομένως η θέση των Μαρξ – Ένγκελς για τη διαρκή επανάσταση, που στην περίπτωση της σοσιαλιστικής επανάστασης περιλαμβάνει την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας απ’ τις επαναστατικές δυνάμεις και τη μεταβατική περίοδο (τα κοιλοπονήματα της νέας κοινωνίας όπως λέει χαρακτηριστικά ο Μαρξ) μέχρι τη μετεξέλιξή της στην κομμουνιστική κοινωνία.

Η κοινωνία της μεταβατικής περιόδου κακώς είχε ονομαστεί «σοσιαλισμός», αφού ρητά ο Μαρξ ορίζει ως σοσιαλισμό την κατώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Στη μεταβατική περίοδο δεν κυριαρχεί ένας αυτόνομος τρόπος παραγωγής. Αυτό συμβαίνει στην κομμουνιστική κοινωνία. Σταδιακά εγκαθιδρύονται, στη μεταβατική περίοδο, οι κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής, διατηρούνται όμως, ιδίως στα πρώτα στάδια και καπιταλιστικές σχέσεις ή μπορεί και σε κάποια φάση να ενισχυθούν, όπως συνέβη με τη ΝΕΠ. Διατηρούνται επί μακρόν οι συνεταιρισμοί, που δεν αποτελούν μορφή πανκοινωνικής ιδιοκτησίας, αλλά συλλογικής, οι αγοραίες σχέσεις μεταξύ τομέων και επιχειρήσεων και κυρίως στην εμπορική ανταλλαγή, το αστικό δίκαιο στη διανομή (αμοιβή ανάλογα με τις ικανότητες). Επομένως, οι κοινωνικές αντιθέσεις αμβλύνονται και δεν εκλείπουν, ενώ δεν αποκλείεται να υπάρχουν και πολιτικές συγκρούσεις ή και αντεπαναστατικές κινήσεις, όταν οξύνονται, αντί να αμβλύνονται οι οικονομικοκοινωνικές αντιθέσεις. Η θεωρία του Στάλιν και στη συνέχεια του Χρουτσόφ ότι στις «σοσιαλιστικές» χώρες καταργήθηκαν οι ανταγωνιστικές αντιθέσεις και ότι επομένως η δικτατορία του προλεταριακό πρέπει να αντικατασταθεί απ’ το «παλλαϊκό» κράτος διαψεύστηκε οικτρά απ’ την αντεπανάσταση και κατάρρευση του 1989.

Αντικαπιταλιστική επανάσταση και αντικαπιταλιστική μεταβατική πρόταση

Με τη σοσιαλιστική επανάσταση συνδέεται διαλεχτικά η μεταβατική αντικαπιταλιστική πρόταση. Επανάσταση ως στρατηγικός στόχος και μεταβατικό πρόγραμμα ως τακτικός στόχος συνδέονται στενά, αλληλεπιδρούν στο περιεχόμενό τους, έχουν συνοχή και συνέχεια στόχων. Λόγου χάρη, το μεταβατικό πρόγραμμα περιλαμβάνει εθνικοποίηση με εργατικό έλεγχο επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, στόχος που θα ολοκληρωθεί με τη νίκη της επανάστασης. Ωστόσο, δεν ταυτίζονται ούτε η μεταβατική πρόταση εντάσσεται οργανικά στην επανάσταση, όπως υποστηρίζεται από παράγοντες και υπέρμαχους του ρεφορμισμού. Ταυτίζουν κακοπροαίρετα τα ανόμοια, την τακτική πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τη στρατηγική πρόταση του ΚΚΕ και καταλήγουν στο αυθαίρετο συμπέρασμα ότι ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ΚΚΕ δεν έχουν άμεση πρόταση εξόδου απ’ την κρίση, οπότε το έδαφος καταλαμβάνει αυτοδίκαια ο ΣΥΡΙΖΑ με την «αριστερή αντιμνημονιακή» πρότασή του. Είδαμε όμως και τα καζάντια του… Λόγω της αντιδραστικότητας του ολοκληρωτικού καπιταλισμού η επαναστατική πάλη εναντίον του είναι οξύτατη. Ανάλογα και η αντικαπιταλιστική τακτική πρόταση, επειδή αντιμετωπίζει τον ίδιο αδυσώπητο αντίπαλο, αλλά και επειδή πρέπει ν’ ανοίξει το δρόμο για την επανάσταση στο σκληροτράχηλο έδαφος του ολοκληρωτικού καπιταλισμού ανυπέρθετα οφείλει να έχει προωθημένους αντικαπιταλιστικούς στόχους. Ορισμένοι, λιγότεροι ή περισσότεροι, ανάλογα με το συσχετισμό δυνάμεων, θα λυθούν με την τακτική πάλη εντός του καπιταλισμού, άλλοι θα λυθούν με την επαναστατική πάλη για την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού.

Δυνάμεις ρεφορμιστικές που απορρίπτουν την επανάσταση αλλά και δυνάμεις εντός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ επιχειρούσαν και επιχειρούν να αμβλύνουν το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα ιεραρχώντας τους στόχους σε άμεσους και προωθημένους, με μύχια στόχευση την υποβαθμισμένη συνεργασία με τμήμα του ρεφορμιστικού χώρου. Όλοι διαπράττουν διττό λάθος, στρατηγικού και τακτικού χαρακτήρα. Στρατηγικού χαρακτήρα, γιατί με υποβαθμισμένες μικροπαραχωρήσεις της άρχουσας τάξης δεν εξασφαλίζεις την προώθηση του εκ των πραγμάτων πολύ δύσκολου στρατηγικού στόχου, αφού και οι (στην καλύτερη περίπτωση) μικροκατακτήσεις ούτε ρήγματα ανοίγουν ούτε προετοιμάζουν τις μάζες για το σκληρότατο επαναστατικό αγώνα κατά του ολοκληρωτικού καπιταλισμού.

Από τακτική άποψη διαπράττουν λάθος, γιατί τα άμεσα προβλήματα, όπως ο κατώτατος μισθός, η 13η σύνταξη, τα επιδόματα των ΑΜΕΑ κοκ, που θα μπορούσε οποιαδήποτε αστική κυβέρνηση να τα λύσει, στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης μνημονιακής πολιτικής μεγεθύνονται και απαιτούν σκληρότατη πάλη με την κυβέρνηση, την ΕΕ, το κεφάλαιο. Γίνονται «μικρογραφία της επανάστασης». Δεν διαχωρίζονται λοιπόν κάθετα απ’ τα κλασικά μείζονα προβλήματα ούτε λύνονται εύκολα.

Το μεταβατικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και ο χαρακτήρας του

Το μεταβατικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα έχει συνέχεια και συνοχή με την αντικαπιταλιστική επανάσταση. Ανταποκρίνεται στη μαρξιστική σύλληψη της «διαρκούς επανάστασης» χωρίς να ταυτίζεται μ’ αυτήν ή ν’ αποτελεί οργανική φάση της. Η μεταβατική πρόταση προετοιμάζει τους αγωνιστές για τη μελλοντική επαναστατική σύγκρουση με δύο τρόπους αλληλένδετους:

Πρώτο, με τη διαπαιδαγώγησή τους μέσω της αναγκαιότητας των μεταβατικών στόχων ανατάσσει τη συνείδησή τους στο επίπεδο της ταξικής χειραφέτησης. Με μια δογματική όμως προσέγγιση θεωρεί ουσιαστικά τους μεταβατικούς στόχους ανέφικτους στον καπιταλισμό, όπως και το ΚΚΕ, που θεωρεί ότι εντάσσονται σε μια διαχειριστική αντίληψη. Η αριστερή δογματική αυτή αντίληψη αντιμετωπίζει τους μεταβατικούς στόχους απλώς ως μέσα επαναστατικής διαπαιδαγώγησης.

Δεύτερο, διαπαιδαγωγεί και κατευθύνει τις μάζες στον αγώνα για την υλοποίηση, κατά το δυνατόν, αντικαπιταλιστικών στόχων στα πλαίσια του καπιταλισμού. Έτσι, επιτυγχάνονται δύο στόχοι: Καλλιεργείται η επαναστατική συνείδηση του αγωνιστή αλλά στερεότερα και καθύτερα, αφού εμπεδώνεται στην εμπειρική, ατομική και συλλογική βίωση της δυνατότητας υλοποίησης των αντικαπιταλιστικών στόχων αλλά και του ευρύτερου επαναστατικού προγράμματος.

Παράλληλα, η θεωρία και η πρακτική για τη δυνατότητα επίτευξης τέτοιων στόχων δημιουργεί ρήγματα στο καπιταλιστικό πλαίσιο, που αποτελούν σπέρματα σοσιαλισμού. Όπως έλεγε ο Λένιν στο άρθρο του «Η καταστροφή που μας απειλεί και πώς να την αντιμετωπίσουμε»: «Δεν είναι πια καπιταλισμός,, δεν είναι ακόμη σοσιαλισμός, είναι ένα τεράστιο βήμα προς το σοσιαλισμό’.

Αν, για παράδειγμα, στις σημερινές συνθήκες εθνικοποιηθούν στρατηγικές επιχειρήσεις με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο, εξασφαλίζονται άμεσα οφέλη, αλλά και με στρατηγική προοπτική, γιατί το κίνημα αποκτά λόγο και παρέμβαση σε σημαντικά μέσα παραγωγής και αμφισβητεί την απόλυτη κυριαρχία του κεφαλαίου. Η άμβλυνση του διευθυντικού δικαιώματος σε εθνικοποιημένες επιχειρήσεις ή και η κατάργησή του σ’ εγκαταλελειμμένες επιχειρήσεις που διοικούν οι εργάτες αναπτύσσει στους εργάτες, ιδίως αν ευδοκιμήσει αυτή η επιχείρηση, την αυτοπεποίθηση και την πεποίθηση ότι μπορούν να διευθύνουν δικαιότερα και αποτελεσματικότερα αυτές τις επιχειρήσεις σήμερα και πολύ περισσότερο σ’ ένα σοσιαλιστικό μέλλον. Ο οργανωμένος λαός σε διάφορα επίπεδα (επιχειρήσεις, κράτος, χώρος κατοικίας ή σπουδών) θ’ αποτελεί την κινητήρια δύναμη αυτών των κατακτήσεων. Θα οργανώνει και θα συντονίζει την πάλη γι’ αυτές, αλλά και μέσω αυτών.

Λόγω συσχετισμού αλλά και σκοπιμότητας θα στρέφεται προς τους πιο πρόσφορους στόχους και όχι στο σύνολό τους, γιατί συνολικά θ’ αναλάβει ευρύτερα καθήκοντα διαχείρισης ως οιονεί κρατικός φορέας, η οποία θα τον φθείρει. Ένα σχετικά ανάλογο μοντέλο υπήρξε στη Ρωσία το 1917, όταν τα σοβιέτ αναγνώρισαν ως «κυβέρνησή» τους το σοβιέτ της Πετρούπολης. Παρόμοιο ρόλο, συμπληρωματικά ενδεχομένως προς τον οργανωμένο λαό (εμπειρία χωρών Λατινικής Αμερικής) μπορεί ν’ αναλάβει και μια αριστερή κυβέρνηση, που μπορεί να προκύψει σε συνθήκες κινηματικής έξαρσης και που θα αναγνωρίζει όμως την πρωταρχικότητα του κινήματος και θα συμβάλει, ώστε: ένα τέτοιο ιδιόμορφο καθεστώς να εξελιχθεί σε δυαδική εξουσία και μορφή περάσματος στην επανάσταση.

Εννοείται ότι με ένα τέτοιο μεταβατικό πρόγραμμα άμεσων λύσεων, αλλά και επαναστατικής λογικής δεν έχει σχέση ούτε ένα λαϊκομετωπικό πρόγραμμα σταδίων που παραπέμπει τον σοσιαλισμό στις καλένδες και συνεργάζεται με τμήμα της αστικής τάξης ούτε ένα αριστερόστροφο ρεφορμιστικό πρόγραμμα με κινητήριο μοχλό την αριστερή κυβέρνηση, που αυταπατώμενη ότι στον ολοκληρωτικό μάλιστα καπιταλισμό θα εφαρμόσει ένα προοδευτικό πρόγραμμα εφ’ όλης της ύλης, αναπόφευκτα θα διολισθήσει σε μια μορφή διαχείρισης.

 

Δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ, 8.11.2015

Δημοσιεύθηκε στην κατηγορία Σημαντικά Άρθρα

 

 
 

Τούτη τη φορά η Εφημερίδα των Συντακτών, κατά κόσμον ΕφΣυν, στόχευσε κατευθείαν στο συλλογικό υποσυνείδητο. Στο σαββατιάτικο φύλλο και μάλιστα στο σαλόνι της εφημερίδας, υπάρχει οπτικοποιημένο το απόλυτο πολιτικό αφέψημα, για συριζαίους και λοιπούς αριστερούς λάτρεις της Κυβέρνησης Τσίπρα, που δεν μπορούν χωνέψουν πώς είναι δυνατόν ο λατρεμένος τους συνασπισμός, ο λατρεμένος τους ρήγας και η λατρεμένη τους β΄ πανελλαδική να ψηφίζουν και να εφαρμόζουν ένα μνημόνιο πιο δεξιό και από της δεξιάς

 

από http://www.thepressproject.gr/article/83120/Aristeri-Nostalgia-To-geloion-tou-politikou-eksorasmou


Το ρεπορτάζ τιτλοφορείται και συμπίπτει εξαιρετικά με το «Που ‘σαι νιότη » του Αττίκ παραπέμποντας ανάλαφρα σε εποχές νεανικής αθωότητας. 

 

Χουλιαράκης, Σκουρλέτης, Φίλης, Βούτσης πρωταγωνιστούν όχι ως αυτό που αναγκάστηκαν να γίνουν για να σώσουν την Πατρίδα, από την καταστροφή στην οποία την είχαν οδηγήσει οι προηγούμενοι. Πρωταγωνιστούν ως αυτό που πραγματικά ήταν και είναι από τα φοιτητικά τους χρόνια, αριστεροί, ανιδιοτελείς και ασυμβίβαστοι. Αποφασιστικά συγκρουόμενοι με την δεξιά, την ακροδεξιά και το δεξιό Κράτος.

 

«Το καταλάβατε τώρα» ; Φωνάζει το ρεπορτάζ της ΕφΣυν σε όσους ακόμα τολμούν να διερωτώνται σε τι ακριβώς διαφέρει τούτη η μνημονιακή Κυβέρνηση από την προηγούμενη. «Διαφέρει στο πολιτικό της παρελθόν !».

 

Αφού το παρόν τούτης την κατ’ ευφημισμόν αριστεράς δεν περιλαμβάνει ούτε μια σπιθαμή πολιτικής ειλικρίνειας, καλό είναι και το παρελθόν, ακόμα καλύτερο και το μεγεθυμένο παρελθόν.

 

Διότι προφανώς οι πρωταγωνιστές και τα γεγονότα που παρουσιάζει ο ιστοριογράφος της ΕφΣυν δεν αποτελούν παρά κομπάρσους και ανθυπογεγονότα, στη σκιά μιας περιόδου λουσμένης στο φως των ρήξεων του φοιτητικού κινήματος με κάθε τι που την περιόριζε στη μιζέρια του εφικτού.  

 

Είναι τραβηγμένη η ερμηνεία σου θα μου πείτε, γιατί δουλειά του δημοσιογράφου είναι να αναδεικνύει και την υπό σκιάν εκδοχή. Είναι τραβηγμένη και εμπαθής, γιατί ίσα ίσα που το ρεπορτάζ ελέγχει έμμεσα το μνημονιακό παρόν των περί ου ο λόγος, μέσω του αγωνιστικού τους παρελθόντος.

 

Θα σας πω με δυο λόγια γιατί η ερμηνεία μου δεν είναι ούτε τραβηγμένη, ούτε εμπαθής, και γιατί ασχολούμαι περεταίρω.

 

Ποιο είναι το πολιτικό διακύβευμα της περιόδου; Να περάσει το σφαγείο χωρίς παρατράγουδα και κυρίως χωρίς να τσαλακωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Πώς θα γίνει αυτό ; Κάνοντας τους σφαγείς συμπαθέστερους.

 

Τι μας λέει η σαββατιάτικη δημοσιογραφική επιτυχία της ΕφΣυν: Μας λέει ότι όσο αριστερός κι αν είσαι στα νιάτα σου, τελικά γίνεσαι δεξιός. Άρα ότι η ένταξη στην αριστερά έχει ημερομηνία λήξης την ημέρα της ωρίμανσης, τη μέρα που θα αποφασίσεις να σοβαρευτεί, να πάρεις προσωπικά και πολιτικά επώδυνες, αλλά ρεαλιστικές αποφάσεις.

 

Η ΕφΣυν για να εξωραΐσει τους Υπουργούς του Μνημονίου, στην πραγματικότητα  τους καταγράφει ως θύματα μιας ανίατης πολιτικής νόσου, από την οποία πολύ απλά δεν κατόρθωσαν να ξεφύγουν. Τη νόσο που από συμπαθή νέο, σε μετατρέπει σε υπάλληλο της ΕΕ λίγα χρόνια μετά. Τη νόσο της αριστεράς της νιότης. 

 

Μια πολιτική νόσο που πολύ θα βόλευε να είναι και ανίατη και καθολική. Θα βόλευε και την Χρυσή Αυγή ιδιαιτέρως.

 

Έλα όμως που δεν!

Δημοσιεύθηκε στην κατηγορία Κύρια

Πιάστε τους!!! Δεν αρκεί πια να αποκαλύπτουμε!!!  

από KOMISTES.GR

 

Βαριά ονόματα του πλούτου στη χώρα μας, είναι κυριολεκτικά βουτηγμένοι στα χρέη.

Σύμφωνα με άρθρο του planetnews, αρκετοί από αυτούς μάλιστα, βρίσκονται σε άσχημη οικονομική θέση, καθώς οι επίτροποι, που έχουν τοποθετηθεί στις τράπεζες, κατ’ εντολή της τρόικας, έχουν «παγώσει» προς το παρόν, τις αναχρηματοδοτήσεις δανείων. Δείτε τι αποκαλύπτουν οι ισολογισμοί, για τα «θαλασσοδάνεια» μερικών εκπροσώπων του επιχειρηματικού κατεστημένου της χώρας μας.

Η λίστα με τα ονόματα, όπως τη δημοσιεύει το blog:

1. AXON HOLDINGS: Το επιχειρηματικό όχημα του Θωμά Λιακουνάκου. Το 2012 παρουσίαζε τραπεζικό δανεισμό 447.200.000 εκατ. Ευρώ. Μόνο η θυγατρική του ομίλου EUROMEDICA, έχει χρέη προς τις τράπεζες, που ξεπερνούν τα 372.700.000 Ευρώ.

2. ΤΗΛΕΤΥΠΟΣ: Δηλαδή με άλλα λόγια, MEGA CHANNEL, το…μεγάλο κανάλι, των τριών.. ισχυρών, Μπόμπολα, Ψυχάρη, Βαρδινογιάννη. Το 2012, λοιπόν, ο τραπεζικός δανεισμός έφτασε τα 123.500.000 ευρώ περίπου, μαζί και με το νέο δάνειο των 98.000.000 ευρώ, που προκάλεσε την παρέμβαση των οικονομικών εισαγγελέων.

3. ΟΜΙΛΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ: Το δίκτυο των επιχειρήσεων που ελέγχει οΕυάγγελος Μυτιληναίος, έχει χρέη ύψους 861.300.000 ευρώ. Εδώ υπάρχει και το εξής ενδιαφέρον. Η Korinthoς Power, μια εταιρία στην οποία συμμετέχουν, κατά 65% ο Όμιλος Μυτιληναίου, και κατά 35% ο Όμιλος Βαρδινογιάννη, χρωστάει στις τράπεζες 172.500.000 ευρώ.

4. INTRACOM: Εδώ τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Intracom ίσον Σωκράτης Κόκκαλης. Ο όμιλος, από ομολογιακά και τραπεζικά δάνεια, χρωστάει 315.700.000 ευρώ.

5. ΌΜΙΛΟΣ ΠΗΓΑΣΟΥ: Η εκδοτική… «αυτοκρατορία» της οικογένειαςΜπόμπολα έχει χρέη προς τις τράπεζες 164.300.000 ευρώ.

6. ΕΛΛΑΚΤΩΡ: Ο κατασκευαστικός όμιλος της οικογένειας Μπόμπολα. Δηλαδή βασικά, όπου δημόσια έργα, βλέπε Ελλάκτωρ. Και όμως, τα τραπεζικά δάνεια που έχει πάρει ο όμιλος, ανέρχονται σε 1.700.000.000 ευρώ.

7. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΑΜΠΡΑΚΗ: Μετά τον αείμνηστο Λαμπράκη, ισχυρός άνδρας του ομίλου είναι πλέον ο Σταύρος Ψυχάρης. Ο τραπεζικός δανεισμός αγγίζει τα134.000.000. ευρώ.

8. ΜΟΤΟR OIL: Έχουμε ήδη αναφερθεί στην οικογένεια Βαρδινογιάννη. Πάμε να δούμε τι χρωστάει η πετρελαϊκή «ναυαρχίδα» της οικογένειας στις τράπεζες. 1.200.000.000 ευρώ περίπου.

9. ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ: Οικογένεια Στέγγου, Πόρτο Καρράς, σκάνδαλο στην Χαλκιδική, και πάει λέγοντας. Εδώ ο ισολογισμός μας δείχνει τραπεζικό δανεισμό μόλις 22.900.000 ευρώ.

10. STAR CHANNEL: Πάλι οι Βαρδινογιάννηδες. Ο τηλεοπτικός σταθμός έχει τραπεζικά χρέη 58.100.000 ευρώ.

11. ΟΜΙΛΟΣ ANT1: Το δημιούργημα του Μίνωα Κυριακού, το οποίο πλέον κατευθύνει ο υιός, Θεόδωρος Κυριακού. Τα δάνεια από τις τράπεζες ξεπερνούν τα 170.000.000 ευρώ.

12. ALPHA TV: Στον τηλεοπτικό σταθμό, κυρίως μέσω της INTERTECH, μεγαλομέτοχος είναι ο Δημήτρης Κοντομηνάς. Τραπεζικός δανεισμός; 58 .000.000 ευρώ.

13. J&P ΑΒΑΞ: Ένας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστικούς ομίλους της χώρας, με τραπεζικό δανεισμό 268.900.000 ευρώ (Ιωάννου, Παρασκευαΐδης).

14. MARFIN INVESTMENT GROUP: Ο όμιλος, που μας έχει…ταλαιπωρήσει αρκετά τα τελευταία χρόνια με διάφορες υποθέσεις, όπως ΟΤΕ, Ολυμπιακή, Λαϊκή Τράπεζα κ.α., και δημιούργημα του Ανδρέα Βγενόπουλου. Τα χρέη προς τις τράπεζες ξεπερνούν τα 2.000.000.000 ευρώ.

15. ΒΙΟΧΑΛΚΟ: Μια παραδοσιακή δύναμη, στο χώρο των μετάλλων (Στασινόπουλος). Ο όμιλος έχειτραπεζικά ανοίγματα 1.100.000.000 ευρώ.(Υπόψη ότι μεταφέρει την έδρα της Εταιρίας από την Ελλάδα στο Βέλγιο ή Ολλανδία)

16. ΤΙΤΑΝ: Σχεδόν μονοπώλιο στο χώρο των τσιμέντων (Κανελλόπουλος) και με τραπεζικό δανεισμό, που φθάνει το 1.000.000.000 ευρώ περίπου.

17. FORTHNET: Ο τηλεπικοινωνιακός όμιλος που κατέχει το συνδρομητικό κανάλι NOVA, εμφανίζει τραπεζικό δανεισμό 331.000.000 ευρώ.

18. MINOAN LINES: Μεγάλη ιστορία. Πρώην Μινωϊκές Γραμμές, ναυάγιο ΕΞΠΡΕΣ ΣΑΜΙΝΑ, αυτοκτονία Παντελή Σφηνιά. Και χρέη 270.100.000 ευρώ.

Το σύνολο του τραπεζικού δανεισμού αυτών και μόνο των επιχειρήσεων, ξεπερνάει τα 10,6 δις ευρώ. Και είναι ενδεικτικά παραδείγματα, του πόσο «φεσωμένοι» στις τράπεζες είναι οι περισσότεροι από τους ολιγάρχες του χρήματος στη χώρα μας.

Δημοσιεύθηκε στην κατηγορία Σημαντικά Άρθρα

 

Γενιές ολόκληρες προοδευτικών διανοουμένων προβληματίστηκαν για τη σχέση «βάσης και εποικοδομήματος», καθώς η άποψη γι’ αυτή τη σχέση καθόριζε την πολιτική του εργατικού κινήματος και των κομμάτων της Αριστεράς. Και η δική μας γενιά (αυτή που έζησε τους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες των τελευταίων πενήντα-εξήντα χρόνων στη χώρα μας και συμμετείχε ενεργά σ’ αυτούς) βρέθηκε να μελετά, να συζητεί και να διαπληκτίζεται για το ζήτημα αυτό, και οι διαφορετικές πολιτικές προσεγγίσεις θεμάτων, που αφορούν πολλούς σημαντικούς τομείς της κοινωνίας, οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στις διαφορετικές απαντήσεις αυτού του ερωτήματος. Επειδή όμως αυτοί οι προβληματισμοί δεν φαίνεται να ανήκουν πια στις γνώσεις πολλών από όσους ασχολούνται, ακόμη και επαγγελματικά, με την πολιτική υπενθυμίζω με δύο λόγια το αντικείμενο της συζήτησης.

Ο Μαρξ χαρακτήριζε «βάση» της κοινωνίας τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, ενώ  ονόμαζε «εποικοδόμημα» το πολιτικό της σύστημα, τους νόμους, τους θεσμούς, την εκπαίδευση, τη θρησκεία, την ηθική, την τέχνη, και άλλα χαρακτηριστικά της πνευματικής και κοινωνικής ζωής των ανθρώπων. Ταυτόχρονα θεωρούσε ότι το εποικοδόμημα αποτελούσε παράγωγο της βάσης. Ζητούμενο λοιπόν στους προβληματισμούς ήταν το είδος της (διαλεκτικής;) σχέσης ανάμεσά τους, και διαφιλονικούμενο ήταν εάν υπάρχει δυνατότητα, και σε ποιο βαθμό, να συμβάλουν κάποιες μεταρρυθμίσεις του εποικοδομήματος στη ριζική αλλαγή της βάσης. Η σχεδόν ποιητική –όχι μόνο χάρη στην ομοιοκαταληξία- διατύπωση του Μαρξ «das Sein bestimmt das Bewusstsein» («το Είναι καθορίζει τη συνείδηση» ή, πιο κυριολεκτικά, «το Είναι καθορίζει το συνειδητό Είναι») και οι οικονομικές του αναλύσεις αποτέλεσαν τα τελευταία εκατόν πενήντα χρόνια αφετηρία επαναστατικών προβληματισμών τόσο στην Πολιτική όσο και στις κοινωνικές επιστήμες, και αυτό όχι μόνον στις γραμμές των μαρξιστών. Γι’ αυτό θεωρώ ότι η άγνοια τους σήμερα αποτελεί αδικαιολόγητη αμάθεια για όσους ασχολούνται με την Πολιτική –τουλάχιστον γι’ αυτούς που ισχυρίζονται ότι είναι Αριστεροί ή θέλουν να συνεργαστούν με την Αριστερά.

Τα παραπάνω ήλθαν στο νου μου καθώς παρακολουθούσα μια συζήτηση  στην τηλεόραση. «Το παρασκήνιο καθορίζει το προσκήνιο», διατύπωσε με σοβαρότητα ένας βουλευτής των Ανεξάρτητων Ελλήνων, μιμούμενος το γλωσσικό ύφος του Μαρξ. Και, στη συνέχεια, ερμήνευσε με την ύπαρξη συνωμοσιών στο «παρασκήνιο» όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας, και όρισε ως προϋπόθεση νικηφόρων πολιτικών αγώνων την ακριβή γνώση της λειτουργίας του παρασκηνίου. «Γεννιέται κάτι νέο στην πολιτική θεωρία σχετικά με τον τρόπο που λειτουργούν και αλλάζουν οι κοινωνίες;», αναρωτήθηκα. «Όχι βάση - παρασκήνιο! Όχι εποικοδόμημα - προσκήνιο!»; Και όλα αυτά με τον εκπρόσωπο της Αριστεράς να κάθεται στο πάνελ, και –«παλιά ξινισμένα σταφύλια» η βάση και το εποικοδόμημα!- να συμμετέχει στην αποκάλυψη του παρασκηνίου που, «ως γνωστόν!», καθορίζει το προσκήνιο.

Δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι ξαφνιάστηκα. Παρακολουθώ εδώ και καιρό τον απόλυτο παραμερισμό κάθε επιστημονικής προσέγγισης των προβλημάτων που μας κατατρέχουν. Ο λαϊκισμός και η επιτυχία του στην πολιτική δεν αφορά απλώς τη δημαγωγική και απερίσκεπτη υπόσχεση μαγικών άμεσων λύσεων για δύσκολα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Αφορά προηγουμένως την υιοθέτηση απλοϊκών σχημάτων περιγραφής και ερμηνείας του κόσμου, που διατυπώνονται με τη βοήθεια εξίσου απλοϊκών και εύπεπτων εννοιών. Αυτή είναι η ιδεολογική βάση που «νομιμοποιεί» τις υποσχέσεις των εύκολων λύσεων και τις κάνει αποδεκτές σε ένα πλατύ κοινό. Έτσι, στο πλαίσιο αυτό, το καπιταλιστικό σύστημα, που αποτελεί ισχυρό αντίπαλο εξαιτίας της κυριαρχίας του στη βάση και στο εποικοδόμημα, μετονομάζεται σε «κλεπτοκρατία», και άρα για την καταπολέμηση των συνεπειών της καπιταλιστικής κρίσης (μαζική ανεργία, φτώχεια, υπερεκμετάλλευση), δεν απαιτείται τίποτε παραπάνω από το «να αποκαλυφθούν και να μπουν στη φυλακή οι κλέφτες». Γέννημα αυτής της προσέγγισης είναι οι συκοφαντικοί υπαινιγμοί, οι προπηλακισμοί, οι εκβιασμοί, και η κατάπτωση όλων των θεσμών –από τα ΜΜΕ έως το κοινοβούλιο.

Η τακτική αντικατάστασης επιστημονικών εννοιών με άλλες απλοϊκού χαρακτήρα δεν σταματά ούτε μπροστά στην αποδοχή σχημάτων, των οποίων τα καταστροφικά αποτελέσματα γνωρίζουμε από το παρελθόν. Έτσι, ο Χίτλερ αποκαλούσε τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης και τους θεσμούς της «το σύστημα», τα κόμματά της «συστημικά», τους πολιτικούς που την υπηρετούσαν «συστημικούς», ενώ το ναζιστικό κόμμα, με τη ριζική αντίθεσή του στη δημοκρατία, «αντισυστημικό». Συνεπώς ήταν λογικό και αναμενόμενο να κάνει  το ίδιο η ναζιστική Χρυσή Αυγή, και να εισαγάγει τη χιτλερική προσέγγιση στην πολιτική ορολογία της χώρας μας. Όμως, το πρόβλημα είναι ότι αμέσως την αποδέχτηκαν και τόσοι άλλοι και διαγκωνίζονται μάλιστα για να αποδείξουν τη δική τους «ειλικρινέστερη» αντισυστημικότητα. Δηλαδή, για χάρη της ξέχασαν ή παραμέρισαν συνειδητά τους προϋπάρχοντες επιθετικούς προσδιορισμούς «καπιταλιστικό», «δημοκρατικό», «δικτατορικό» κλπ., που μόνον με αυτούς αποκτά πραγματικό νόημα στο πολιτικό πεδίο ο όρος «σύστημα».

Παραδείγματα σαν τα παραπάνω είναι πάρα πολλά, και περιγράφουν γλαφυρά την κατάπτωση της πολιτικής μας ζωής. Που οφείλονται; «Στο παρασκήνιο που καθορίζει το προσκήνιο», θα μπορούσε να είναι η απάντηση. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι οφείλονται στη δική μας αδυναμία μέχρι σήμερα να επιβάλουμε τον πραγματικό πολιτικό λόγο. Κι’ έτσι ισχύει το γνωμικό «όπου λείπουν οι γάτες, χορεύουν τα ποντίκια».

Δημοσιεύθηκε στην κατηγορία Σημαντικά Άρθρα
Σελίδα 3 από 3

ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ

    hortiatis570.gr | 2008 - 2012 | Διαχείριση ιστοσελίδας: Κώστας Παράδας, kaparadas@hortiatis570.gr | Γιώργος Ρηγόπουλος, rigopolulos@hortiatis570.gr | Σωτήρης Τοκαλατσίδης, admin@hortiatis570.gr