hortiatis570.gr


A+ A A-

Αναμνήσεις συγκρίσεις απογοήτευση

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(1 Ψήφος)

 

Του Γιώργου Παρασκευαϊδη

 

Αναπολώ τη δεκαετία του '60 τότε που πρωτο­γνώρισα τη Θεσσαλονίκη και το υπέροχο στο­λίδι της, το Χορτιάτη, όταν φοιτητής πρωτο­ήρθα από τη Μυτιλήνη και τελικά πολιτο­γραφήθηκα μόνιμος κάτοικος της. Θα μπο­ρούσα να πω ότι όλα τότε ήταν παρθένα, άθι­κτα από την καταλυτική επέλαση της «σύγ­χρονης» τεχνολογίας.

Ακόμα και το Κουλέ καφέ, που επέλεξα ως τόπο διαμονής, ήταν έ­να κατάλοιπο τούρκικης συνοικίας με πολλά χαμηλά ή το πολύ δίπατα πλινθόκτιστα σοβα-ντισμένα σπίτια με μπαγδατές τα περισσότε­ρα, και στενά σοκάκια με γειτονιές, όπου ακό­μα ακούγονταν τα δειλινά οι φωνές του γιαουρτζή, του γαλατά και των υπόλοιπων πλα­νόδιων μικροπωλητών και μικροβιοτεχνών, απ' τους οποίους περισσότερη εντύπωση μου έκανε εκείνος με το τόξο και το δοξάρι που επι­σκεύαζε στρώματα, παπλώματα και σελτέδες. Εκείνα τα χρόνια το χωριό Χορτιάτης ήταν ένα φτωχοχώρι με πέτρινα χαμόσπιτα και πλινθόκτιστα με βυζαντινές κεραμοσκεπές ξεθωριασμένες και χορταριασμένες απ' την πολυκαιρία, με ένα χασαπιό και ένα μπακά­λικο λίγο πιο πάνω απ' την πλατεία που στα­ματούσαν τα λεωφορεία, τα οποία τότε υπά-

γονταν στα ΚΤΕΛ και εκτελούσαν μόνο δυο δρομολόγια την ημέρα: ένα το πρωί και ένα το απόγευμα.

Το βουνό το γνώρισα χάρη στο Γιάννη. Ήταν κι αυτός εργατόπαιδο και φρεσκοαπολυμένος απ' το Στρατό όταν ήρθε νοικάρης, στα πρώτα χρόνια της δικτατορίας, στο ίδιο σπίτι εκεί πάνω απ' τον Ταξιάρχη (Κάστορος 23 και Ακροπόλεως), όπου έμενα κι εγώ μαζί με ακόμα ένα φοιτητή, τον Πέτρο. Ο Γιάννης λοιπόν (που παλιά ήταν τρόφιμος του Παπαφείου και κάθε καλοκαίρι το ορφανοτροφείο παραθέριζε εκεί διαμένοντας στο γνωστό κτήριο που σώζεται ακόμα λίγο πιο πάνω απ' το εκκλησάκι του Άγιου Γιάννη) ήξερε καταλεπτώς τα μονοπάτια του βουνού και από τό­τε αντί για το Σέϊχ Σού που ήταν δίπλα μας, πηγαίναμε πεζοπορία στο πλούσιο βουνό με την ποικίλη χλωρίδα και πανίδα, όπου και ανάλογες ήταν οι συγκινήσεις μας, μιας και είμασταν και οι δύο φυσιολάτρες. Τα βουνά της Μυτιλήνης είναι πιο χαμηλά, κυριαρχεί μόνο η πεύκη και η βελανιδιά και σε δυο-τρία σημεία η καστανιά. Οξιές και έλατα δεν υ­πάρχουν εκεί. Τα ορειβατικά μας υλικά τα προμηθευόμασταν από τα παλιατζίδικα του Βαρδάρη, τα οποία ήταν κυρίως στρατιωτικά είδη. Μαγα­ζιά με ορειβατικά υλικά και αν υπήρχαν στη Θεσσαλονίκη, δεν είχαν το τζίρο που έχουν σήμερα, γιατί η ορειβασία τότε ήταν στα σπάργανα και μόνον οι «κατέχοντες» που καταγίνονταν μ' αυτό το σπορ είχαν την οικο­νομική άνεση ν'αγοράσουν γνήσια. Εμείς οι μισθοσυντήρητοι υπαλληλίσκοι καταφεύγα­με στα ίιπϊΐ&ΐϊοη του Βαρδάρη! Αλλά αυτό δε μας απασχολούσε και πολύ, γιατί τα πλούσια αγαθά του τότε Χορτιάτη ήταν ασύγκριτα πολλά, και δε μας ένοιαζε καθόλου ο φτωχός και ανορθόδοξος εξοπλισμός μας. Τα ορειβα­τικά άρβυλα δεν ήταν αδιάβροχα με αποτέλε­σμα να είναι συνέχεια βρεμένες οι κάλτσες μας. Ούτε μπατόν για την άνετη πεζοπορία είχαμε. Ισοθερμικά μπουφάν και μπλούζες τότε δεν υπήρχαν. Ανεβαίναμε λοιπόν απλά ντυμένοι, κουβαλώντας το βαρύ στρατιωτικό αντίσκηνο (χωρίς πάτο και αεροστεγώς κλει­σμένο), με τους ορθοστάτες και τα πασαλάκια, το φανό θυέλλης και το γκαζιεράκι για το πρωινό μας ρόφημα, αλλά και το φαρμακείο μας που φάνταζε κομπλαρισμένο πάνω στα σακκίδιό μας με το σήμα του ερυθρού σταυ­ρού, έβαζε σε περιέργεια τους Χορτιατι-νούς. Επίσης κομπλαρισμένο στο σακίδιο ήταν και το σκαπανικό φτυαράκι, για να ανοίγουμε αυλάκι γύρω απ' το αντίσκηνο σε περίπτωση βροχής, καθώς και το τσεκουράκι για τους λύκους (!) που μας φοβέρισε στην αρχή ένας ντόπιος. Αγοράζαμε μπριζόλες απ' το χασαπιό του χωριού και τρόφιμα απ' το μπακάλι­κο και τα ψήναμε σε μια αυτοσχέδια σχάρα που την κρύβαμε κάπου εκεί. Εάν μας έπιανε καμιά νεροποντή ή καμιά χιονοθύελλα, μπα-ραντίζαμε στην ορειβατική καλύβα του ΣΕΟ που υπήρ­χε ακόμα τότε, ή σε κανένα πρόχειρο αχυρένιο καλυβά­κι φτιαγμένο με ξύλα και χόρτα απ' τους βοσκούς. Ό­σο για νερό, υπήρχαν άφθο­νες πηγές για να σε ξεδιψά­σουν με τρεχούμενο, δροσε­ρό και αμόλυντο νεράκι. Ξέ­χασα δε να πω, ότι υπήρχαν τότε και τα ορει­βατικά καταφύγια του Β.Α.Ο. και της «Υπαι­θρίου Ζωής», προτού γίνει η «αναδάσωση» με κεραίες τηλεόρασης και κινητής τηλεφω­νίας...

Σήμερα, λοιπόν, που η προηγμένη τεχνολο­γία παρήγαγε σε όλους τους τομείς της αν­θρώπινης δραστηριότητας έξυπνα, φτηνά και εργονομικά υλικά, χάσαμε το αυθεντικό βουνό με τα ωραία μονοπάτια του, τις πηγές, τα ζωντανά αλλά και το ορειβατικό πνεύμα με τον σεβασμό και την αλληλεγγύη που κυρι­αρχούσε άλλοτε. Σήμερα δε θα βρεις μια πη­γή για να ξεδιψάσεις. Πρέπει να πάρεις μαζί σου οπωσδήποτε ένα παγούρι (χλωριωμέ­νο) νερό απ' την πόλη, γιατί και αν κατά τύχη

βρεις νερό στο βουνό, δεν ξέρεις από ποιον μολυσμένο υδροφόρο ορίζοντα έρχεται! Υ­πάρχουν μόνο δυο πηγές σε όλο το βουνό: η μια είναι δίπλα στον άλλοτε «βράχο της α­ναρρίχησης», που κι αυτή κάποτε θα στερέ­ψει ,αν δεν καθαριστεί, και η άλλη λίγο πιο κάτω, στην τοποθεσία «Ισενλή» με πλατά­νια και μια βυζαντινή βρύση με τρεχούμενο κρύο νερό. Γλύτωσε την τελευταία στιγμή απ' την μπουλτόζα, ύστερ' απ' τις έντονες δια­μαρτυρίες μας προς το Δασαρχείο που ήθελε να οδηγήσει το νερό της σε μια δεξαμενή δα­σοπυρόσβεσης που κατασκεύασε λίγο παρα­πέρα έναντι αρκετών χιλιάδων ευρώ, σύμφωνα με την ταμπέλα που τοπο­θέτησε εκεί, δίπλα στον αγροτικό δρόμο προς Περιστερά. Η πηγή που υπήρχε δίπλα στο καταφύγιο του Σ.Ε.Ο. καταστράφηκε ολοσχερώς α­πό τα βόδια της παρακείμενης μά­ντρας, που παραμένει ακόμα μέχρι σή­μερα καταστραμμένη και εγκαταλειμ­μένη, ένα απαίσιο κουφάρι να «στολί­ζει» την περιοχή γύρω απ' το καταφύγιο εξαιτίας της αδιαφορίας του Δασαρχείου ή της Κοινότητας να αναγκάσει τον ιδι­οκτήτη της να καθαρίσει το μέρος απ' τον «κόπρο του Αυγεία». Αλλά δεν είναι μόνο αυτές οι εγκαταλειμμένες στάνες με τη βρω­μιά και τις λαμαρίνες που ασχημίζουν το βουνό. Είναι και άλλα αστικά σκου­πίδια που θα δεις πεταμένα εδώ κι εκεί: ηλεκτρικές κουζίνες, σόμπες, λάστιχα αυτοκινήτων, κάλυκες, υλι­κά οικοδομών κ.ά. Όσο για τις πη­γές, εκείνες τις υδρομαστεύσεις χαζανέδες, που υπήρχαν πριν από λίγα χρόνια με το παλιό αρδευτικό σύστη­μα καθώς ανεβαίναμε απ' το κλασι­κό μονοπάτι προς το καταφύγιο μέχρι και την περιοχή «τρία αδέρφια», και δρόσιζαν τον πεζοπόρο, τις άφη­σαν και καταστράφηκαν! Αυτά τα τόσο γραφικά βυζαντινά κατα­σκευάσματα, που το δροσερό νερό έ­τρεχε άφθονο υδροδοτώντας το χω­ριό αλλά κι ένα τμήμα της Θεσσαλο­νίκης και μόνο ως έργα τέχνης, απομεινάρια μιας άλλης εποχής, θα 'πρεπε να συντηρηθούν απ' την πολι­τεία. Οι τοπικοί φορείς πώς αντιδρούν σ' αυ­τό το θέμα;

Αλλά ερχόμαστε τώρα στα μονοπάτια: Εδώ είναι το μεγάλο δράμα! Από τότε που άρχισε να διαδίδεται το σπορ της τετρακίνησης, του μοτοκρός και των «γουρούνων» με τις τρεις ή τέσσερις χοντρές ρόδες, άρχισε και η κατα­στροφή τους. Όλα ανεξαρτήτως τα βασικά μονοπάτια του Χορτιάτη μετατράπηκαν σε βαθιά χαντάκια που το χειμώνα με τις βροχές γεμίζουν νερό και λάσπη καθιστώντας δύσκο­λη την πεζοπορία. Αλλά δεν εί­ναι μόνον αυτό. Έχουν διαβρώ­σει σε τέτοιο βαθμό το έδαφος και εξαφάνισαν τη χλωρίδα, την πανίδα, ιδιαίτερα οι ομάδες τετρακίνησης με τις ανώμαλες αγωνιστικές προσπάθειες για το ποιος θα κατορθώσει το ακατόρθωτο, που το περιβάλλον σε ορισμένα μέρη έχει μετατραπεί σε κρανίου τόπο. Δεν ακούγεται πια  κελάηδημα  πουλιών  ούτε εμφανίζεται αγρίμι όπως άλλο­τε. Τα απαίσια μουγκρητά των μηχανών αντικατάστησαν την απόλυτη ησυχία του δάσους και τα αμέ­τρητα ζωντανά διασκορπίστηκαν ή λούφα­ξαν στα λαγούμια τους. Δεν είμαστε αντίθετοι σ' αυτό το σπορ. Ούτε αντιμαχόμαστε αυτούς που το απολαμβά­νουν Είμαστε όλοι συνοδοιπόροι και συμμέ­τοχοι του βουνού. Όλοι μας το αγαπάμε, αλ­λά ο καθένας μας με διαφορετικό τρόπο. Όταν τους ρωτήσεις αυτό θα σου πουν. Όμως η διαφορά μας είναι ότι αυτοί το καταστρέ­φουν και δυσκολεύουν εμάς στην πρόσβαση του. Δε φταίνε βέβαια αυτοί. Φταίει η πολι­τεία, το Δασαρχείο, οι τοπικοί φορείς για την αδιαφορία τους, που δεν έχουν προβλέψει, δεν έχουν οριοθετήσει ένα ξεχωριστό μέρος στο ίδιο ή σε άλλο κοντινό βουνό να επιδίδο­νται ανεμπόδιστα και αυτά τα παιδιά στο δι­κό τους σπορ ή άθλημα. Είναι απαραίτητο να καταστρέψουν όλο το βουνό κάνοντας   το χόμπι τους σε βάρος άλλων; Το δε περίεργο και οξύμωρο είναι ότι υπερηφανεύονται κιό­λας ότι υπηρετούν και προστατεύουν το βου­νό με την ετικέτα της «δασοπροστασίας»!!!! Την ίδια «ετικέτα» χρησιμοποιούν και οι κυ­νηγοί, που τώρα τελευταία με την αύξηση και τον πολλαπλασιασμό των   αγριόχοιρων, έ­χουν γίνει επικίνδυνοι, φόβος και τρόμος των ορειβατών, σε σημείο που τις Κυριακές να φοβάσαι ν' ανέβεις στο βουνό, όταν μάλιστα συνοδεύεις μικρά παιδιά. Άσε πια που το κυ­νήγι είναι παράνομο στο Χορτιάτη. Αλλά ποιανού ιδρώνει το αυτί;;; Τα αγαθά της φύσης είναι για όλους και θα πρέπει να προστατεύονται με νόμους της πολιτείας οι οποίοι να εφαρμόζονται όμως! Αλ­λά και οι πολίτες θα πρέπει να τα σέβονται, να τα προστατεύουν και να τα διατηρούν ό­πως τα κληρονόμησαν από τους προγόνους των, ώστε να είναι σε θέση να τα παραδώ­σουν κι αυτοί αλώβητα στους απογόνους των, για να τα χαρούν κι αυτοί. Εάν δε συμ­βαίνει αυτό, τότε δεν υπάρχει αυτοσεβασμός και αλληλοκατανόηση, αλλά αδιαφορία, ζαμανφουτισμός και τέλος αυτοκαταστροφή, στην οποία οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια όχι μόνο σε προσωπικό επίπεδο αλ­λά σε παγκόσμιο! Και τα παραδείγματα είναι πρόσφατα και πολλά. Μόλυνση και κατα­στροφή του υδροφόρου ορίζοντα και γενικά του περιβάλλοντος από τα αστικά ανεξέ­λεγκτα λύματα, άνοδος θερμοκρασίας, καύ­σωνας τα καλοκαίρια, πλημμύρες εξαιτίας πυρκαγιών και εγκληματικής αποψίλωσης των δασών , αλλαγή κλίματος, φαινόμενο θερμοκηπίου, μόλυνση περιβάλλοντος από τα πολλά και παράνομα εργοστάσια υπερπαραγωγής και εκμετάλλευσης του εδάφους και υπεδάφους, λιώσιμο των πάγων, καταστροφή οικοσυστημάτων και τόσα άλλα που είναι κουραστικά να τ’ απαριθμούμε.

Αναπολώ τη δεκαετία το ΄60, γιατί τότε τουλάχιστον υπήρχε σεβασμός στη φύση.

Πρέπει όλοι μας να σεβαστούμε και ν’ αγαπήσουμε τη Φύση, γιατί αλλιώς θα μας εκδικηθεί.

 

Το άρθρο του κ. Γιώργου Παρασκευαΐδη δημοσιεύτηκε στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «ΟΛΥΜΠΟΣ» του Σ.Ε.Ο. Θεσσαλονίκης.

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: Οι πηγές του Χορτιάτη A και Β μέρος »
hortiatis570.gr | 2008 - 2012 | Διαχείριση ιστοσελίδας: Κώστας Παράδας, kaparadas@hortiatis570.gr | Γιώργος Ρηγόπουλος, rigopolulos@hortiatis570.gr | Σωτήρης Τοκαλατσίδης, admin@hortiatis570.gr