Ο χώρος τραχύς και σε όποιες εγκαταστάσεις υπήρχαν ήταν αφιλόξενες από τη χρόνια εγκατάλειψη. Από τότε δηλαδή που λειτουργούσαν ως καλοκαιρινές κατασκηνώσεις της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης, στα τέλη της δεκαετίας του ’60.
Οι δυσκολίες φαινόταν ανυπέρβλητες. Όμως, δεν κιότεψαν ούτε στιγμή. Ανασκουμπώθηκαν και άρχισαν τη δουλειά. Και σιγά – σιγά ο χώρος ημέρεψε, γαλήνεψε. Άλλαξε μορφή και όψη. Αξίζει να πούμε βέβαια, ότι η τοποθεσία έχει μοναδική φυσική ομορφιά. Απ’ τη μια μεριά στα δυτικά, η θέα του Θερμαϊκού και του πάντα σχεδόν χιονοφορεμένου Ολύμπου σε πλημμυρίζει με άφθονα ωραία συναισθήματα.
Μα και στα βορειοανατολικά, προς την πάλαι ποτέ λίμνη Κορώνεια όταν φεύγει η ματιά σου ανάλογα συναισθήματα νοιώθεις και ηρεμείς και γαληνεύεις και… νικάς τους νόμους της βαρύτητας και νοιώθεις τη ψυχούλα σου να «πετάει». Αυτά τα ωραία συναισθήματα και βέβαια η βαθιά τους πίστη μα και η απεριόριστη αγάπη του κόσμου, ήταν τα ισχυρά «όπλα» της Ηγουμένης Χριστοδούλης και της συνοδείας της στην πολύχρονη, επίπονη προσπάθειά τους, τον αφιλόξενο χώρο που πρωτοαντίκρισαν στις 27 Απρίλη του 1979, να τον μετατρέψουν 30 χρόνια μετά και παρά το μεγάλο χτύπημα που δέχθηκαν με την καταστρεπτική πυρκαγιά το 1999, σ’ ένα μοναδικό στολίδι στην ευρύτερη περιοχής μας. Σε χώρο πνευματικής περισυλλογής και ψυχικής ηρεμίας, όχι μόνον για τις μοναχές αλλά κυρίως για τους καθημερινούς επισκέπτες της πολύβουης και ψυχοφθόρας μεγαλούπολής μας.
Της Θεσσαλονίκης. Και όχι μόνον.
Σήμερα ο επισκέπτης, προσκυνητής ή μη, θαυμάζει την υπέροχη πυργοειδή είσοδο της Μονής με τους πανέμορφους εσωτερικούς χώρους υποδοχής, αλλά και την θαυμάσια βρύση – έργο τέχνης, που πρόθυμα ξεδιψάει τον επισκέπτη και επισκέπτρια. Το τούβλο, η πέτρα, το ξύλο «παντρεύτηκαν» με αρμονικό τρόπο από τον μάστρο – καλλιτέχνη κ. Πουρνάρα και μαζί με τον ευφυή εντοιχισμό της παλιάς περίτεχνης σιδερένιας πόρτας που βρέθηκε στο χώρο, το αποτέλεσμα είναι μοναδικό.
Τα ίδια παραδοσιακά υλικά χρησιμοποιήθηκαν για την ωραιότατη εκκλησία – Καθολικό της Μονής αντίγραφο αγιορείτικου Καθολικού. Το συμβατό με τον άνθρωπο μέγεθός της και η συνολική της εικόνα, κάνει τις περισσότερες νεοαναγειρόμενες ανά την Ελλάδα υπερογκώδεις –τερατώδεις- αντιαισθητικές εκκλησίες (μάλλον αυτούς που τις κατασκευάζουν…) να ντρέπονται! Σε εξέλιξη σήμερα βρίσκεται η αγιογράφησή της.
Η παλιά ερειπωμένη βίλα της οικογένειας Πανέτσου, κτίσμα του σπουδαίου γάλλου Πολεοδόμου – Μηχανικού Ζοζέ Πλαίϋμπερ γύρω στο ’30, αποκαταστάθηκε με απόλυτο σεβασμό και λειτουργεί ως χώρος υποδοχής (Αρχονταρίκη) και ξενώνας για μικρό αριθμό φιλοξενουμένων.
Ο αύλειος χώρος της Μονής με την περίτεχνη «ΦΙΑΛΗ» να δεσπόζει σ’ αυτόν με την πέτρα και το τούβλο αρμονικά σχεδιασμένα στο δάπεδο, είναι εξαιρετικά ωραίος.
Η φωτιά το 1999 κατέστρεψε τη δυτική πτέρυγα με τα κελιά των μοναχών, την τράπεζα και αρκετούς βοηθητικούς χώρους. Με πολύ αγώνα, αλλά και πολύ αγάπη τα πάντα από αποκαταστάθηκαν επί το καλύτερο βέβαια, καλύπτοντας έτσι και τις αυξημένες ανάγκες της Aδελφότητας, η οποία με το χρόνο μεγάλωσε, αλλά και τις αυξημένες υποχρεώσεις τους προκειμένου να εξυπηρετήσουν και να φανούν χρήσιμοι στους πολλούς καθημερινούς επισκέπτες και ιδιαίτερα στις 6 Αυγούστου, της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα, που πανηγυρίζει το Μοναστήρι μας.
Ολοκληρώνοντας την παρουσίαση του κτιριακού συγκροτήματος της Μονής, πρέπει να αναφερθούμε στον ωραίο χώρο που έχει δημιουργηθεί τελευταία και λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος της πλούσιας συλλογής εργόχειρων της Αδελφότητας. Αλλά και στο εργαστήρι αγιογραφίας, όπου κυρίως «δια χειρός» Ακυλίνας, γόνος παλιάς Κολιακιότικης (Χαλάστρα) οικογένειας περίφημων αγιογράφων, η Βυζαντινή τεχνοτροπία άξια συνεχίζεται. Άλλωστε, δύο νεότερες μοναχές σπουδάζουν κοντά της.
Το μικρό μας αφιέρωμα στα 30 χρόνια του Μοναστηριού μας, είναι μια ελάχιστη υποχρέωση και συμβολή συνάμα στην πολύχρονη αλληλοτροφοδοτούμενη σχέση αγάπης ανάμεσα στην μικρή μοναστική κοινωνία και στη τοπική κοινωνία του Χορτιάτη «στους πολύ καλούς μας συγχωριανούς», όπως λέει χαρακτηριστικά η Hγουμένη Χριστοδούλη, όταν αναφέρεται στους Χορτιατινούς.
Γνωρίστε λοιπόν το Μοναστήρι μας, όσοι και όσες δεν είχατε αυτή την τύχη. Θαυμάστε τα ωραία με την πλούσια αρχιτεκτονικής μας παράδοση κτίσματα, όπου η κυριαρχία του Βυζαντινού τούβλου, της πέτρας και του ξύλου απλώνεται αρμόνικά παντού. Αφήστε τη ματιά σας να περιπλανηθεί στα βάθη του ορίζοντα. Αφεθείτε στην υπέροχη «ψαλμωδία» των πουλιών και δη των αηδονιών, που κυριαρχούν στο χώρο τούτη την εποχή. Απολαύστε τα πλούσια αρώματα της άνοιξης και τέλος ολοκληρώστε την επίσκεψή σας με δύο κουβέντες από την πάντα καλόκαρδη και γελαστή Γερόντισσα Χριστοδούλη. Τα 50 και πάνω χρόνια μοναστικής ζωής είναι ένας θησαυρός γνώσεων και γαλήνιας ηρεμίας…